Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΕΩΣ ΤΟΝ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ



Τα Επτάνησα ήταν θαλάσσιες υπερπόντιες κτήσεις της Βενετικής Δημοκρατίας από τα μέσα του 14ου ως τα τέλη του 18ου αιώνα. Η κατάκτηση των νησιών ήταν σταδιακή. Το πρώτο νησί που κατακτήθηκε ήταν τα Κύθηρα και το γειτονικό νησίδιο των Αντικυθήρων. Είκοσι τρία χρόνια μετά, το 1386, το νησί της Κέρκυρας εντάχθηκε εκουσίως στις κτήσεις της Βενετίας. Έπειτα από έναν περίπου αιώνα, οι Βενετοί κατέλαβαν τη Ζάκυνθο το 1485, την Κεφαλλονιά το 1500 και την Ιθάκη το 1503. Η κατάληψη των Επτανήσων ολοκληρώθηκε με την κατάκτηση της Λευκάδας, το 1718. Καθένα από τα νησιά παρέμεινε μέρος του Βενετικού Stato da Màr μέχρι τη διάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας από το Ναπολέοντα Βοναπάρτη, το 1797. Τα Επτάνησα βρίσκονται στο Ιόνιο Πέλαγος , ανοικτά της δυτικής ακτής της Ελλάδας. Τα Κύθηρα, το νοτιότερο νησί, βρίσκεται κοντά στο νότιο άκρο της Πελοποννήσου και η Κέρκυρα, το βορειότερο, βρίσκεται στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας.

Στα ελληνικά, η περίοδος της Βενετικής κυριαρχίας σε Ελληνικά εδάφη είναι γνωστή ως Βενετοκρατία ή Βενετοκρατία. Γενικά, θεωρείται πως η Βενετική περίοδος στα Επτάνησα ήταν ευχάριστη, ειδικά σε σχέση με την παράλληλη Τουρκοκρατία στις υπόλοιπες ελληνόφωνες περιοχές. Ο διοικητής των Επτανήσων στη διάρκεια της Βενετικής περιόδου ήταν ο Provveditore generale da Mar (Γενικός προβλεπτής της Θάλασσας), ο οποίος διέμενε στην Κέρκυρα. Επιπροσθέτως, οι αρχές κάθε νησιού διακρινόταν στις Ενετικές και στις εγχώριες αρχές. Η οικονομία των νησιών την περίοδο αυτή βασιζόταν κυρίως στην εξαγωγή τοπικών προϊόντων, κυρίως σταφίδων, ελαιόλαδου και κρασιού, ενώ η Βενετική λίρα, το νόμισα της Μητρόπολης, ήταν επίσης το νόμισα των νήσων. Κάποια στοιχεία του Βενετικού πολιτισμού ενσωματώθηκαν στον Επτανησιακό πολιτισμό. Η Ιταλική γλώσσα, παραδείγματος χάριν, η οποία εισήχθη στα νησιά κατά την Βενετική περίοδο ως επίσημη γλώσσα και υιοθετήθηκε από την ανώτατη τάξη, είναι ακόμη δημοφιλής στα νησιά.

Η Τέταρτη Σταυροφορία (1202–1204) σκόπευε αρχικά στην εισβολή σε Μουσουλμανικές περιοχές· αντιθέτως, οι Σταυροφόροι επιτέθηκαν εναντίον της πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα την προσωρινή διάλυση της Αυτοκρατορίας και την άλωση της πρωτεύουσας της. Καθώς η Βενετία ήταν ένα από τα συμμετέχοντα κράτη στη Σταυροφορία, οι σχέσεις της με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία εντάθηκαν κατά την περίοδο αυτή. Ακόμη, με το να προσαγορεύσει τον εαυτό του "Κύριο του ενός τετάρτου και μισού ολόκληρης της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας", ο τότε Δόγης της Βενετίας, Ερρίκος Δάνδολος, συνέβαλε στην επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών. Προσπάθειες για βελτίωση των σχέσεων, για παράδειγμα μέσω της Συνθήκη του 1219, απεδείχθησαν ανεπιτυχείς. Μια περίοδος φιλικών σχέσεων ακολούθησε μόνο μετά τους Σικελικούς Εσπερινούς το 1282, όταν η Βενετία, προβλέποντας την πτώση του Καρόλου, του Γάλλου βασιλιά της Σικελίας, άρχισε να συγκροτεί στενότερες σχέσεις με το Βυζάντιο. Η Βενετία είχε δεσμευτεί μέσω συνθήκης με τον Κάρολο εναντίον του Βυζαντίου το 1281.

Μετά την Τέταρτη Σταυροφορία και την υπογραφή της Partitio Terrarum Imperii Romaniae, της συνθήκης διανομής των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κέρκυρα βρέθηκε υπό Βενετική κυριαρχία. Ωστόσο, το 1207, ο δόγης Πιέτρο Τζάνι παραχώρησε το νησί ως φέουδο σε δέκα Ενετούς αριστοκράτες, με την προϋπόθεση ότι θα επιδείξουν αφοσίωση στη Βενετική Δημοκρατία και ότι θα πληρώνουν φόρους. Η Κέρκυρα όμως πέρασε στα χέρια του Δεσποτάτου της Ηπείρου γύρω στο 1214 και κατακτήθηκε το 1257 από τον Μάνφρεντ της Σικελίας, ο οποίος τοποθέτησε εκεί επικεφαλής των ανατολικών κτήσεών του το ναύαρχο Φιλίπ Σινάρ. Εντούτοις, μετά την ήττα του Μανφρέντ στη Μάχη του Μπενεβέντο και την υπογραφή της Συνθήκης του Βιτέρμπο στις 27 Μαΐου 1267, η Κέρκυρα έγινε κτήση του Ανδεγαυικού Βασιλείου της Νάπολης. Εν τω μεταξύ, τα υπόλοιπα νησιά συνέχισαν να αποτελούν μέρος της Παλατινής Κομητείας, το οποίο κατά τη διάρκεια της ύπαρξής του διοικείτο από τρεις οικογένειες: την οικογένεια των Ορσίνι, τον Οίκο των Ανδεγαυών και την οικογένεια των Τόκκων. Η διοίκηση των Τόκκων διήρκεσε 122 χρόνια, μέχρι το 1479, όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κεφαλλονιά, τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1386 η Κέρκυρα έγινε για ακόμη μια φορά Ενετική κτήση, και αυτή τη φορά θα διαρκούσε μέχρι το τέλος της Δημοκρατίας. Η ενσωμάτωση στις κτήσεις της Βενετίας έγινε οικειοθελώς από τους πολίτες της Κέρκυρας. Στις 10 Μαΐου, οι Κερκυραίοι διόρισαν πέντε πρεσβευτές να θέσουν τις υπηρεσίες τους στην Ενετική Γερουσία. Οι Οθωμανοί έκαναν αρκετές προσπάθειες να καταλάβουν την Κέρκυρα, η πρώτη από τις οποίες ήταν το 1537. Αυτή η επίθεση οδήγησε τη Βενετία σε συμμαχία με τον Πάπα και τον Κάρολο Κουίντο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γνωστή και ως Ιερή Συμμαχία. Μία άλλη ανεπιτυχής επίθεση των Οθωμανών ήταν αυτή του Ιουλίου του 1716.  Μετά το διαμελισμό των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1204, τα Κύθηρα έπεσαν σε Βενετικά χέρια· Η Βενετία έστειλε εκεί το Μάρκο Βενιέρι, το 1207. Τ Κύθηρα και τα Αντικύθηρα αποτέλεσαν μέρος του Ενετικού Stato da Mar για πρώτη φορά το 1363, το οποίο ακολούθησε μια διακοπή από την τρίχρονη τουρκική κατοχή, μεταξύ 1715 και 1718. Με την υπογραφή της Συνθήκης του Πασάροβιτς τα Κύθηρα και τα γειτονικά Αντικύθηρα πέρασαν στην Ενετική Δημοκρατία και έμειναν κάτω από την κυριαρχία της μέχρι την διάλυσή της, το 1797. Η τουρκική κατοχή των τριών νησιών της Κεφαλλονιάς, της Ζακύνθου και της Ιθάκης ήταν βραχύβια. Το 1481, δύο χρόνια μετά την έναρξη της Τουρκικής κατοχής, ο Αντόνιο Τόκκο, εισέβαλε και κατέλαβε για λίγο την Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο αλλά σύντομα απομακρύνθηκε από τους Ενετούς. Η Ζάκυνθος επανακτήθηκε επίσημα από τους Ενετούς το 1485. Έπειτα, η Κεφαλλονιά, μετά από δεκαέξι χρόνια τουρκικής κατοχής (1484–1500), εντάχθηκε στο Stato da Mar στις 24 Δεκεμβρίου 1500, μετά την Πολιορκία του Αγίου Γεωργίου. Εντέλει, η Ιθάκη, ακολουθώντας την τύχη της Κεφαλλονιάς, καταλήφθηκε από τους Ενετούς το 1503. Η Λευκάδα, τμήμα του Δεσποτάτου της Ηπείρου από την ίδρυσή του το 1205, εντάχθηκε στην Παλατινή Κομητεία της Κεφαλλονιάς από τον Λεονάρδο το 1362. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου ήταν μία από τις τρεις εξόριστες Βυζαντινές Αυτοκρατορίες, ένα από τα τρία Ελληνικά διάδοχα κράτη που δημιουργήθηκαν μετά την Τέταρτη Σταυροφορία το 1204. Ακολουθώντας την τύχη των υπόλοιπων κεντρικών Επτανήσων, καταλήφθηκε από τους Τούρκους το 1479 και έπειτα από τους Ενετούς το 1502. Ωστόσο, αυτή η Ενετική κατοχή δεν κράτησε γγια πολύ, καθώς η Λευκάδα δόθηκε πίσω στους Οθωμανούς ένα χρόνο αργότερα. Η Τουρκική κατοχή της Λευκάδας διήρκεσε πάνω από 200 χρόνια, από το 1479 έως το 1684, όταν ο Φραντζέσκο Μοροζίνι επιτέθηκε και υπέταξε το νησί στη διάρκεια του Πολέμου του Μωρέα. Η Λευκάδα, ωστόσο, δεν έγινε επίσημα Ενετική μέχρι το 1718, με την υπογραφή της Συνθήκης του Πασάροβιτς.

Ο Ναπολέων Βοναπάρτης κήρυξε πόλεμο ενάντια στη Βενετία στις 3 Μαΐου 1797. Η υπογραφή της Συνθήκη του Καμποφόρμιο, στις 17 Οκτωβρίου 1797, συνετέλεσε στη διάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας και στο διαμελισμό των εδαφών της μεταξύ της Γαλλίας και της Αυστρίας. Τα εδάφη του Terraferma μέχρι τον ποταμό Αδίγης , η ίδια η πόλη και οι βαλκανικές κτήσεις της Ίστριας και της Δαλματίας παραχωρήθηκαν στην Αυστρία. Τα Επτάνησα, τμήμα των θαλάσσιων κτήσεων, παραχωρήθηκαν στη Γαλλία. Ο Ναπολέων οργάνωσε τα νησιά σε τρία διαμερίσματα (départements): Corcyre , Ithaque , και Mer-Égée. Το πρώτο διαμέρισμα συμπεριελάμβανε την Κέρκυρα και τους Παξούς, καθώς επίσης και τις πρώην Βενετικές κτήσεις της Βουθρωτού και της Πάργας που βρίσκονται στην Ήπειρο. Το δεύτερο αποτελείτο από τα νησιά της Κεφαλλονιάς, της Ιθάκης και της Λευκάδας, ενώ η Ζάκυνθος και α Κύθηρα ήταν τμήμα του τρίτου διαμερίσματος. Η Γαλλική κατοχή, ωστόσο, δεν διήρκεσε πολύ, καθώς Η Ρωσική Αυτοκρατορία συμμάχησε με την Οθωμανική Αυτοκρατορία το Σεπτέμβριο του 1798, και το 1799 μία Ρωσο-Οθωμανική ναυτική εκστρατεία κατέλαβε τα νησιά. με την υπογραφή μιας συνθήκης μεταξύ της Ρωσίας και της Υψηλής Πύλης στις 21 Μαρτίου 1800, ιδρύθηκε μία ανεξάρτητη νησιωτική δημοκρατία υπό την προστασία και των δύο αυτοκρατοριών. Το όνομα του νέου κράτους συμφωνήθηκε να είναι " Επτάνησος Πολιτεία" και περιελάμβανε όλα τα εδάφη των τριών πρώην γαλλικών διαμερισμάτων, εξαιρουμένων των ηπειρωτικών κτήσεων της Πάργας, της Πρέβεζας, της Βόνιτσας και του Βουθρωτού. Με τη Συνθήκη του Τιλσίτ το 1807, τα νησιά δόθηκαν πίσω στη Γαλλία από τη Ρωσία. Τον Οκτώβριο του 1809, η Μεγάλη Βρεταννία έλαβε υπό την κατοχή της όλα τα νησιά εκτός της Κέρκυρας, η οποία παραδόθηκε από τους Γάλλους το 1814. Το 1815, τα Επτάνησα έγιναν Βρετανική αποκία υπό το όνομα Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων.

Η Επτάνησος Πολιτεία ( Repubblica Settinsulare), υπήρξε από τις 21 Μαρτίου 1800 έως τις 8 Ιουλίου 1807, ένα κρατίδιο υπό Ρωσική και Οθωμανική κυριαρχία. Το κρατίδιο αυτό δημιουργήθηκε μετά την κατάληψη των Επτανήσων (των τότε Γαλλικών διαμερισμάτων της Ελλάδας Départements français de Grèce) από Ρωσο-Τουρκική συμμαχία. Η Επτάνησος πολιτεία ήταν το πρώτο (έστω και μερικώς) αυτόνομο κρατίδιο σε ελληνικά εδάφη, μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς στα μέσα του 15ου αιώνα. Το 1807 με τη Συνθήκη του Τιλσίτ, η Ρωσική Αυτοκρατορία παραχώρησε τον έλεγχο των νησιών στη ναπολεόντεια Γαλλία, η οποία τα κατέλαβε αλλά δεν άλλαξε τη συνταγματική μορφή της Πολιτείας. Οι Βρετανοί ξεκίνησαν τότε μια εκστρατεία για να κατακτήσουν τα νησιά, από το 1809 (Κύθηρα) ως το 1814 (Κέρκυρα), με αποτέλεσμα το σχηματισμό του αυτόνομου Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων το 1815 κάτω από την αποκλειστική προστασία της Μεγάλης Βρετανίας.
Το Ιονικόν Κράτος (Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων, Stati Uniti delle Isole Ionie , αναφερόμενη και ως Ιόνιος Πολιτεία ) ήταν κράτος στο Ιόνιο πέλαγος. Ιδρύθηκε μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όταν οι Βενετοί με τη Συνθήκη του Καμποφόρμιο (Campo Formio) το 1797 αποχώρησαν από τα Επτάνησα. Το 1850 το Κοινοβούλιο των Επτανήσων ψήφισε την Ένωση με την Ελλάδα, αλλά η Μεγάλη Βρετανία ως εγγυήτρια δύναμη την απέρριψε. Ύστερα από πιέσεις της Αυστρίας και της Ρωσίας η ένωση πραγματοποιήθηκε το 1864.

Η πρώτη επέκταση των συνόρων του ελληνικού κράτους ήρθε σε περισσότερα από τριάντα χρόνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του. Δεν υπήρξε αποτέλεσμα καμιάς από τις αλυτρωτικές εξεγέρσεις του ελληνικού κράτους ούτε συντελέστηκε σε βάρος του μόνου μέχρι το 1878 εχθρού, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με τη συνθήκη που υπογράφτηκε στις 17/29 Μαρτίου 1864 ανάμεσα στις τρεις Δυνάμεις, την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, και στο ελληνικό βασίλειο τα Επτάνησα πέρασαν οριστικά στην ελληνική κυριαρχία στις 21 Μαΐου. H εξέλιξη αυτή ήρθε ως επιστέγασμα μιας σειράς διαβουλεύσεων και διπλωματικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες καθόρισαν αρκετά βαριούς όρους για την Ελλάδα που ήταν αποκλεισμένη από τις περισσότερες διπλωματικές συναντήσεις. H συνθήκη θέσπιζε τη διηνεκή ουδετερότητα της Κέρκυρας, γι' αυτό κατεδαφίστηκε μέρος του οχυρού της πόλης και των Παξών. Tο ελληνικό κράτος αποδέχεται όλες τις υποχρεώσεις προς ξένες κυβερνήσεις, εταιρείες και ιδιώτες, οι οποίες απέρρεαν από συμβάσεις που είχαν συναφθεί με την Ιόνιο Πολιτεία ή με την Προστάτιδα Δύναμη, τη Μεγάλη Βρετανία. H ρύθμιση αυτή αφορούσε το δημόσιο χρέος των Ιονίων, εμπορικά και ναυτιλιακά προνόμια αλλοδαπών και κυρίως το εκδοτικό δικαίωμα της Iονικής Τράπεζας. Tο ελληνικό κράτος αναλάμβανε επίσης να καταβάλει αποζημιώσεις και συντάξεις στους άγγλους υπαλλήλους που θα έχαναν τη θέση τους με την Ένωση. H Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζεται ως επικρατούσα, αλλά κηρύσσεται παράλληλα η θρησκευτική και λατρευτική ελευθερία για όλα τα δόγματα και διατηρούνται τα προνόμια της Καθολικής Εκκλησίας. H Μεγάλη Βρετανία παραιτείται από την προστασία των Ιονίων και μαζί με τη Γαλλία και τη Ρωσία επεκτείνουν τις εγγυήσεις που αφορούσαν την Ελλάδα και στα Ιόνια νησιά. Στις 23 Σεπτεμβρίου/5 Οκτωβρίου 1864 το IΓ' Ιόνιο Κοινοβούλιο υλοποίησε το σκοπό της σύγκλησής του αποφασίζοντας την Ένωση με την Ελλάδα σε "μία και αδιαίρετη πολιτεία υπό το συνταγματικό σκήπτρο του Βασιλέως Γεωργίου A'. Είχαν προηγηθεί πολλές αναταραχές λόγου τις φοβίας ότι τα Επτάνησα θα έχαναν την καλή τους οικονομική θέση μετά από την ένωση με το φτωχότερο Ελληνικό κράτος. Ως συνέπεια της ένωσις οικονομικά και διαχειριστικά στοιχεία μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα. Μέσα από αυτά η Ιονική Τράπεζα και η βιβλιοθήκη της Ιόνιος Ακαδημίας.

Μετά την κατάρρευση της Ελλάδος τον Απρίλιο του 1941, λογω της Γερμανικής εισβολής και κατοχής, κατά την διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, τα Επτάνησα τέθηκαν υπό αποκλειστική ιταλική πολιτική και στρατιωτική διοίκηση, εν αντιθέσει με την υπόλοιπη Ελλάδα που ήταν μεν υπό ξένη στρατιωτική κατοχή αλλά υπήρχε ελληνική πολιτική διοίκηση η οποία βέβαια υπαγόταν υποχρεωτικά στις κατοχικές αρχές. Οι Ιταλοί με σειρά μέτρων προχώρησαν στην αποκοπή των Επτανήσων απ΄την Ελλάδα και απέβλεπαν στην προσάρτησή τους στην Ιταλία. Διορίστηκαν πολιτικοί διοικητές σε όλα τα νησιά, οι οποίοι υπάγονταν απευθείας στο ιταλικό υπουργείο εξωτερικών. Ήταν εξουσιοδοτημένοι να εκδίδουν διατάγματα γύρω από διοικητικά θέματα (οικοδομή, επισιτισμός, υγιεινή κτλ). Η εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας στα σχολεία έγινε υποχρεωτική, ενώ αντίθετα περιορίστηκε η διδασκαλία της ελληνικής ιστορίας. Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί ήταν υπό ιταλική εποπτεία αφού τους απαγορεύτηκε οποιαδήποτε επαφή με την ελληνική διοίκηση της υπόλοιπης Ελλάδας. Ιδρύθηκε η Ανώνυμος Εταιρεία Ιονικού Εμπορίου που είχε την αποκλειστικότητα εισαγωγών και εισαγωγών, καθώς και υποκαταστήματα ιταλικών τραπεζών. Εισήχθη νέο νόμισμα, η ιόνιος δραχμή, με συνέπεια να σταματήσουν οι συναλλαγές με την υπόλοιπη Ελλάδα. Τα γεωργικά προϊόντα σε μεγάλο ποσοστό δεσμεύονταν και μεταφέρονταν στην Ιταλία. Οι Ιταλοί εισήγαγαν νέο φορολογικό σύστημα, ενώ και οι δικαστές εφάρμοζαν υποχρεωτικά τον ιταλικό νόμο και δίκαζαν εν ονόματι του Ιταλού βασιλιά. Παράλληλα άνοιξαν και στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους "ανυπάκουους" Έλληνες σε Παξούς, Οθωνούς και Λαζαρέτο. Με όλα τα παραπάνω μέτρα, οι Ιταλοί προετοίμαζαν το έδαφος για την τυπική προσάρτηση των Επτανήσων. Αυτό δεν συνέβη όμως, προφανώς λόγω των Γερμανών που είχαν απορρίψει αντίστοιχες ιταλικές διεκδικήσεις σε βάρος της ηττημένης Γαλλίας το 1940. Αυτά καλό θα είναι να γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν την τάση να παραβλέπουν την πολύ σκληρή και ανθελληνική στάση των ιταλικών κατοχικών δυνάμεων την περίοδο 1941-43, και να εστιάζουν μόνο στην γερμανική κατοχή. Ναι, ασφαλώς και οι Γερμανοί ήταν κατακτητές, σκληρότατοι σε πολλές περιπτώσεις, αλλά συνιστά ιστορική αφέλεια το να μένουν οι ύπουλοι Ιταλοί στο απυρόβλητο μόνο και μόνο επειδή ως γνήσιοι καιροσκόποι άλλαξαν ουσιαστικά στρατόπεδο τον Σεπτέμβριο του 1943 στρεφόμενοι κατά των πρώην συμμάχων τους.

Πηγές:
http://istoriakatoxis.blogspot.is/2012/03/blog-post_27.html?m=1
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ενετική_κυριαρχία_στα_Επτάνησα
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Επτάνησος_Πολιτεία
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ηνωμένον_Κράτος_των_Ιονίων_Νήσων

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Επτάνησα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου