Δήλος
1894, Ιερό του Απόλλωνα, Εξέδρα του Αριστοφίλου. Ο Βίλχελμ Ντέρπφελντ γνώριζε
τους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας όσο ελάχιστοι.
Παρατηρώ
τα τελευταία φωτογραφικά πορτρέτα του Βίλχελμ Ντέρπφελντ (1853-1940) και δεν
μπορώ να αντισταθώ στη σκέψη ότι, ύστερα από 50 χρόνια μόνιμης εγκατάστασης
στην Ελλάδα, η μορφή αυτού του παθιασμένου φιλέλληνα από το Μπάρμεν της Πρωσίας
πήρε σταδιακά την όψη των ανθρώπων της δεύτερης πατρίδας του: μεσογειακό,
ηλιοκαμένο δέρμα, λευκό μουστάκι, δυνατό βλέμμα.
Ο
Ντέρπφελντ στη δύση του βίου του έμοιαζε περισσότερο με αστό της Αθήνας ή των
Χανίων παρά με τον αγαπημένο μαθητή του Φρίντριχ Αντλερ, ο οποίος το 1876 τού
άνοιξε τον δρόμο για τη μεγάλη ελληνική περιπέτεια.
Μια
περιπέτεια που ξεκίνησε με τη θέση βοηθού στις γερμανικές ανασκαφές στην Αρχαία
Ολυμπία, για να καταλήξει σε έρωτα ολκής: πολύ σύντομα, ο νεαρός αρχιτέκτονας
αναγνωρίζεται ως αναδυόμενος αστέρας της αρχαιολογίας, διορίζεται ως διευθυντής
του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, επινοεί τη μέθοδο της
στρωματογραφίας, αγοράζει σπίτι κάτω από τον Λυκαβηττό και εξελίσσεται σε
εξέχουσα μορφή της αθηναϊκής κοινωνίας.
Η
Ευγενία Βικέλα σε ομιλία της στη Λευκάδα μάς είχε δώσει το 2008 ένα μέτρο της
κοινωνικής του παρουσίας: «Οι διαλέξεις του στην Αθήνα γίνονται περιώνυμες
διότι όχι μόνο γνώριζε όλες τις πέτρες της Αθήνας, αλλά είχε και το χάρισμα του
απλού και καθαρού λόγου και τον ενθουσιασμό του γνήσιου επιστήμονα. Οργανώνει
εβδομαδιαίες ξεναγήσεις για το κοινό κάθε χειμώνα μέχρι τον Απρίλιο ξεναγώντας
στην Αθήνα».
Εκείνη
την εποχή, και συγκεκριμένα από την άνοιξη του 1888, ο Βίλχελμ Ντέρπφελντ θα
εγκαινιάσει τα περίφημα Dörpfeld-Reisen, μια σειρά τακτικών περιηγητικών
διαδρομών στην Πελοπόννησο με αρχαιολογικό περιεχόμενο. Καταλαβαίνει κανείς
πολλά για την προσωπικότητα του Ντέρπφελντ για να διοργανώνει εκπαιδευτικές
εκδρομές στην Ελλάδα του 1888. Ομως τα Dörpfeld-Reisen θα μείνουν στην ιστορία
καθώς ο ακούραστος Γερμανός τα επενδύει με αυθεντική επαφή: «Κατά τις
περιηγήσεις αυτές», σημειώνει η Ευγενία Βικέλα, «έρχεται ο ίδιος και η
συντροφιά του σε επαφή με τον απλό λαό, τους χωρικούς ιδιαίτερα, στα σπίτια των
οποίων φιλοξενούνταν, και τους κερδίζει όλους με τη σεμνότητά του, την
προσήνεια και την ευγένειά του».
Σε
λίγα χρόνια τη θέση της αγαπημένης του Αθήνας θα έπαιρνε η Λευκάδα. Εζησε στο
νησί που ταύτισε με την ομηρική Ιθάκη από το 1908 και συνδέθηκε στενά με τους
ανθρώπους του. Επέλεξε ο ίδιος τον τόπο ταφής του, ανάμεσα σε κυπαρίσσια με θέα
στους προϊστορικούς τάφους που είχε ανασκάψει. Ενα ετερόκλητο πλήθος από
γεωργούς και ψαράδες θα τον αποχαιρετίσει με δάκρυα στα μάτια. Ηταν η τελευταία
Μεγάλη Εβδομάδα πριν από την Κατοχή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ, Εφημερίδα
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου