Η
ποίηση για τον Κώστα Ευαγγελάτο, είναι μία ακόμα έκφραση της εγγενούς
καλλιτεχνικής του φύσης. Δεν λειτουργεί “επικουρικά”, όπως σε άλλες
περιπτώσεις, στο εικαστικό του ταλέντο και στην εικονο-πλαστική του έμπνευση,
αλλά ως αυτόνομη οντότητα τέχνης προσπορίζει στον καλλιτέχνη έναν ακόμα δρόμο
να μετατρέψει τα είδωλα σε σκέψη και μέσα απ’αυτήν να λυτρωθεί. Ο Κώστας
Ευαγγελάτος, αποθέτει στην ποίηση, ως σε ανήσυχο περιστρεφόμενο ανά τον κόσμο
κάτοπτρο, την εικονοκλαστική βίωση μιας terra incognita που από την πρώτη
εφηβική του ηλικία παλεύει να κατανοήσει και να αιχμαλωτίσει στις νοητικές του
ορίζουσες.
Ο
Κώστας Ευαγγελάτος «σπουδάζει» τη ζωή. Την αθωότητα και την αμαρτία της.
Βασανιστικά, πρόωρα, αισθησιακά-οικοδομεί τον αξιακό καταστατικό του χάρτη,
στον οποίο απελευθερώνει το υπαρξιακό του σύμπαν από όλες τις καταπονημένες και
καταπονούσες συμβατικότητες. Η «αμαρτία». Ασφυκτιά το πνεύμα και η «ύλη» του
μέσα στην άφευκτη δυσφορία της κουρασμένης όρασης του κόσμου γύρω του. Αναζητά
το καινούριο, το ξαναπλάσιμο του κόσμου, μια νέα ύλη για να γίνει ο πλάστης της
Ποίησης και του Έρωτα (Ζωή: Ο μέσος και άκρος λόγος της Ποίησης και του Έρωτα
(Αλέα Προσομοίων, Απόπειρα, Αθήνα 2002, σ.68). Αναζητά το καινούριο, με μια
αθωότητα που δεν αναγνωρίζει, ούτε υποκύπτει στις ηθικές κατηγορίες και τα
συμβατικά προτάγματα της κοινωνίας και της –κάθε- εποχής του. Το απόλυτο στη
ζωή –και στη δική του-είναι η δημιουργία: πάνω και πέρα από τον σαρκωμένο
δημιουργό, μια άυλη, αρχετυπική οντότητα που εκφεύγει από την υλικότητα
ανθρώπων και πραγμάτων, από της ίδιας της της ύπαρξης την υλικότητα, για να
αναχθεί σε μεταφυσική μοναξιά: Η «αθωότητα»: «Δάσκαλοί μου είναι τα έργα
τέχνης./ Όχι οι δημιουργοί τους» και «Τη στιγμή που μόνος,/ χωρίς να με κρατά
αγαπημένο χέρι,/ζήτησα: Ανακάλυψα την έννοια του Θεού./Μεταξίωμα της πίστης.»
Αναγιγνώσκω
προοδευτικά τους αναβαθμούς και τις μεταμορφώσεις-μορφικές, νοηματικές,
αξιακές- της ποίησής του. Από την πρώτη συλλογή «Ποιήματα 1973-’75» (Β έκδ. με
προσθήκη νέων ποιημάτων, Αθήνα 1976), μέχρι την «Εγκάρσια Πτήση» (Απόπειρα,
Αθήνα 2011) και τον «Πολύσμιγο Αίνο» (έκδ. Συλλογές, Αθήνα 2014) και την
περιεκτική διαχρονική του διαδρομή στην ποίηση «Αλέα Προσομοίων» (συγκεντρωτική
έκδοση του ποιητικού του έργου, Απόπειρα, Αθήνα 2002). Και παράλληλα τους
εικαστικούς μονοχρωματικούς υπομνηματισμούς του αυτής της ποίησης, μικρογραφίες
αισθησιακών σημαινόμενων μιας βιωμένης ποιητικής, προσωπικής ενδοχώρας. Και
δικαιώνω την πρώιμη απόκριση του Τάκη Παπατσώνη στο έργο του: «Ο συνδυασμός της
Ζωγραφικής με Ποίηση (όλες οι Τέχνες είναι αδελφές, όπως οι Μούσες) τροφοδοτεί
με τους χυμούς του και τις δύο. Εξάλλου η προσφυγή σας σε πηγές όπως ο
Pasternak, o Tomas Mann, o Πλούταρχος, ο Μαβίλης δείχνει πως οδηγείσθε από τους
καλλίτερους φάρους στην περιπέτεια της καλλιτεχνικής δημιουργίας, που πρέπει
πάντα να έχετε στο νου σας πως δεν είναι άνετο βάδισμα σε κάμπο, αλλά αγώνας και
αναρρίχηση και κίνδυνος και όραμα τελικού θριάμβου μιας ανατολής από τα ορεινά
υψίπεδα».
Ο
Κώστας Ευαγγελάτος οδοιπόρησε και αναρριχήθηκε τελικά στο δρόμο της τέχνης. Και
της σκέψης γύρω από τη ζωή και την τέχνη, την ποίηση. Δεν δίστασε και δεν
φοβήθηκε τη ρήξη-στο λόγο, στην έκφραση, στην, ασύμβατη με την κοινή, «όραση».
Τα διακειμενικά του ταξίδια, όσα επισημαίνει ο Σινόπουλος και πολλά που θα
προκύψουν στις ποικίλες διαδρομές του-συμφυρμοί μυθικών, αρχαιολογικών,
ιστορικών, φιλοσοφικών ανα-παραστάσεων και ετερόδοξων ερανισμάτων- φιλοτεχνούν
έναν εκλεπτυσμένο, διαμαρτυρόμενο ερωτισμό, όχι διαφορισμένο από τον
αισθησιασμό μιας υπαρξιακής κατάστασης αγωνίας και ρέμβης. Αναγνωστικές
εμπειρίες και εμπειρίες κοσμοπολιτισμού και φυσιοκρατικές μετουσιώσεις αυτοβιογραφούν
το κλίμα-κάποτε μακρινά ή κοντινότερα καβαφικό- του υπαρξιακού του μύθου, που
είναι καταλυτικά: η ανά (σ)-ταση της απόλυτης ελευθερίας- και στη σωματική της
υλικότητα-μια ενδοσκοπική ανατρεπτικότητα που εκπορεύεται από την ακινησία πάνω
«στην πέτρα της αιώνιας παρακμής» (Αλέα Προσομοίων, σ. 18). Μια εγρηγορούσα
συνείδηση. Επαναστατημένη: «Η φράση «ήτανε γραφτό…» είναι το εντομοκτόνο της
συνείδησης» (Αλέα Προσομοίων, ό.π., σ.65). Η ψυχή του ποιητή συντρίβεται από το
μαρτύριο της –μάταιης;-αναμονής: Καρτερώ…Καρτερείς…/ Η ψυχή μας εξατμίζεται,/ Η
δύναμή μας η απέραντη/συντρίβεται απ’την προσμονή./ Είναι η καρτερικότητα
απαίσια/ κι απόδειξη της αποσύνθεσης. (ό.π., σ. 24).
Υπάρχει
ωστόσο και το φως. Ζωτικό, ονειρικό, αισθη-μα-τικό, πολιτικό και κοινωνικό,
πανανθρώπινο. Ο ποιητής μεταβαίνει από το βίωμα της ατομικής ύπαρξης στο
συλλογικό όραμα και τη συλλογική μοίρα του ανθρώπου: αφού πρώτα περιστρέψει το
φακό του σε «ράκη» πραγματικότητας, κατάστικτα από φορτίο παθών και
συμφερόντων: « Βλέπω/ τους γρανιτένιους βράχους των συμφερόντων/ τις γκρίζες
πολιτείες της πλήξης/ τα τραγικά στρατόπεδα των αιχμαλώτων/ τις καλύβες του
πόνου των ταπεινών/ τα πεδία των μαχών με τα θρεμμένα όρνια…(Αλέα Προσομοίων,
ό.π., σ. 30).
Αναζήτηση
εναγώνια το φως, από τα πρώτα ποιήματα μέχρι και τις πρόσφατες ποιητικές
δημιουργίες. Ένδυση εφηβικού οραματισμού προς την αιτούμενη απελευθέρωση και τη
δια-νοούμενη αποτίμηση της μεγάλης τέχνης:
«οράματα της νιότης/ τροφού της αλλαγής…» («Πολύσμιγος Αίνος», Συλλογές,
Αθήνα 2014,σ. 64) και «Μνήμες γεμάτες τέχνη/μεγάλης τέχνης-φως…» (ό.π., σ.63).
Η λειτουργία ενός πείσμονος βολουνταρισμού για το προσωπικό «Θέλω» του ποιητή:
«Θέλω ουσία και καρδιά./ Θέλω φωτιά και δάκρυ». (Πολύσμιγος Αίνος, ό.π., σ.
13). Και τελικά: η κορυφαία ανάταση του ποιητή στο ιδεώδες μιας ανθρωπιστικής
οικουμενικότητας, στην ενατένιση της Γης ως ασύνορης πατρίδας του Ανθρώπου: Στο
φως/ το δυνατό και ζωοδόχο/πιστεύω/πως οδηγεί/το είναι μας στη μέρα/το νου μας
στην αυγή/τότε που θα’χουμε φυλή την Ανθρωπότητα/και για Πατρίδα μας τη Γη.
(Αλέα Προσομοίων, ό.π., σ.40).
Το
ποιητικό τοπίο του Κώστα Ευαγγελάτου μετακινείται διαρκώς και κυκλικά. Τόσο στη
μορφή όσο και στο περιεχόμενο και στον αξιακό του προσανατολισμό. Έμμετρη
ποίηση, εξωτερικός ρυθμός, μοντερνιστική γραφή, ευρηματικά μορφικά σχήματα,
πυκνώσεις αποφθεγματικές ποιητικού λόγου. Και προσωπικός, ενδοσκοπικός λόγος με
εναλλαγές ή συνθέσεις εξωστρεφούς κίνησης σεξουαλικότητας, στοιχεία
αυτοβιογράφησης με στοιχεία κοινωνικής βιογραφίας, ανάληψη της ηθικής ευθύνης
του εαυτού και επιμερισμός στην ευθύνη των άλλων, μετατοπίσεις από την ηθική,
την αισθητική, την τέχνη, στην πολιτική-μαζί και η προσωπική σταύρωση του
υποκειμένου-ποιητή που αναφωνεί: «Η ηθική της νόησης με δονεί». (Αλέα
Προσομοίων, ό.π., σ. 236). Σ’αυτό το ουσιώδες διαφοροποιείται η ιδεολογία του
Ευαγγελάτου από τον καθαρό καβαφικό ηδονισμό, όπως ανελίσσεται σε μιαν άκρατη
αποηθικοποιημένη αισθησιακή παραίνεση: «Mη ομιλείτε περί ενοχής, μη ομιλείτε
περί ευθύνης Όταν περνά το Σύνταγμα της Hδονής με μουσικήν και σημαίας· όταν
ριγούν και τρέμουν αι αισθήσεις, άφρων και ασεβής είναι όστις μένει μακράν,
όστις δεν ορμά εις την καλήν εκστρατείαν, την βαίνουσαν επί την κατάκτησιν των
απολαύσεων και των παθών. Όλοι οι νόμοι της ηθικής - κακώς νοημένοι, κακώς εφαρμοζόμενοι
- είναι μηδέν και δεν ημπορούν να σταθούν ουδέ στιγμήν, όταν περνά το Σύνταγμα
της Hδονής με μουσικήν και σημαίας…»( Κ. Καβάφης, Το Σύνταγμα της Ηδονής,
Kρυμμένα Ποιήματα 1877; - 1923, Ίκαρος 1993).
Αντίθετα
στον Κώστα Ευαγγελάτο, η απελευθέρωση-στοιχείο κυτταρικό της ποίησής του- δεν
νοείται μόνον ως ερωτική-αισθησιακή απελευθέρωση, αλλά εμπεριέχει και την
απελευθερωτική ματιά του ενσυνείδητου πολίτη του κόσμου, που αρθρώνει τον λόγο
του πάνω στην αποτίμηση των αντιθέσεων και του κίβδηλου της ζωής και του
–παγκόσμιου- πολιτισμού που τον περιβάλλει:
Σύγχρονα
θαύματα.
Αλόγιστη
χρήση υλικών.
Ευδαιμονία
των πλουσίων.
Στη
νέα Κίνα
Κρεμαστές
πισίνες.
Εικονικές
ζώνες ευτυχίας
Στα
πολύπαθα πλήθη.
(Πολύσμιγος
Αίνος, ό.π., σ. 27)
Εύχομαι στον ποιητή
και καλλιτέχνη Κώστα Ευαγγελάτο, να αναζητά και να ανακαλύπτει την Αλήθεια του:
τη Ζωή μέσα στην τέχνη. Την Τέχνη μέσα στη ζωή, σε μιαν Αρμονία παλίντονη,
ζωτική κάθαρση κάθε επώδυνης δημιουργίας.
Την περιπέτεια της τέχνης άλλωστε έδειξε πως δεν την φοβάται. Την τολμά!
*(Το
ποίημα «Η τολμηρή επίλυση», Α γραφή,
Αθήνα 1977, αναδημοσιεύτηκε στην συγκεντρωτική συλλογή ποιημάτων του Κώστα
Ευαγγελάτου “Αλέα Προσομοίων”, εκδ. Απόπειρα, Αθήνα 2002, σ.53-59)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΟΨΙΔΑ – ΒΡΕΤΤΟΥ
Διδάκτωρ
Φιλολογίας - Συγγραφέας
Πρόεδρος
Συνδέσμου Φιλολόγων Λευκάδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου