Το πρόβλημα της Ομηρικής γεωγραφίας, μέσα από τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα, έχει απασχολήσει ήδη από την αρχαιότητα, πολλούς ιστορικούς και κοινωνικούς μελετητές. Το βασικό ερώτημα αφορούσε το κατά πόσο η Ομηρική γεωγραφία μπορεί να ταυτοποιηθεί με συγκεκριμένες γεωγραφικές τοποθεσίες, ή αν αντίθετα πρόκειται για καθαρά λογοτεχνικό κείμενο. Με άλλα λόγια αν μπορεί ο Όμηρος να θεωρηθεί ω πραγματικός γεωγράφος ή απλώς ένας σπουδαίος ποιητής. Κατά την Ελληνιστική εποχή, υπήρξαν γεωγράφοι όπως ο Ερατοσθένης ο Κυρηναίος (275 – 193 πΧ), ο οποίος θεωρεί ότι η πληθώρα των γεωγραφικών ερμηνειών της Οδύσσειας οδηγεί αναπόφευκτα στην αναίρεση της επιστημονικής της βάσης (στο Christian Jacob, 2005: 43).
Στη συνέχεια ο Στράβων προσπάθησε να εντοπίσει γεωγραφικές τοποθεσίες στο ταξίδι του Οδυσσέα , καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι περιπλανήσεις αυτές εκτυλίχθηκαν στην παράκτια περιοχή της Ιταλίας και Σικελίας (στο Christian Jacob, 2005: 43-44). Παρόλα αυτά θεωρεί ότι ο Όμηρος ως επικός ποιητής συγχέει την ποιητική υπερβολή με την ιστορική πραγματικότητα και συσκοτίζει τα μυθολογικά στοιχεία της ομηρικής αφήγησης καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είναι αδύνατο να υιοθετηθεί μια αυστηρή επιστημονική κριτική σε ένα έργο καθαρά ποιητικό.
Ο ιστορικός Πολύβιος αντίθετα, προσπαθεί να τοποθετήσει τους γεωγραφικούς τόπους της Οδύσσειας στον πραγματικό χώρο της Μεσογείου. Προσπαθώντας να αποδώσει γεωγραφικά τα ταξίδια του Οδυσσέα, ακόμα και τα πιο αμφισβητούμενα από αυτά (νησί του Αιόλου, Σκύλα και Χάρυβδη κλπ), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο χώρος των περιπλανήσεων του ήρωα ταυτίζεται με περιοχές της Ιταλίας και της Σικελίας.
Στην εργασία αυτή θα προσπαθήσουμε να αναπαραστήσουμε τον κόσμο της Οδύσσειας από την πλευρά της ανθρωπογεωγραφικής προσέγγισης (κοσμικά και πολιτισμικά στοιχεία).
Στα πλαίσια αυτά θα σταθούμε σε δύο σημεία : την κοσμολογία (πως ήταν φτιαγμένος ο κόσμος, ο ουρανός και το σύμπαν) και στις ιδεολογικές αναπαραστάσεις για το άτομο , τον κόσμο και την ανθρώπινη κοινωνία έτσι όπως αποτυπώνονται μέσα από το κείμενο της Οδύσσειας.
Προηγουμένως όμως θα γίνει μια σύντομη περιγραφή του ταξιδιού του Οδυσσέα.
Το ταξίδι του Οδυσσέα
Σύγχρονοι μελετητές, όπως ο V. Berard (1927-1929), υποστηρίζουν ότι οι περιοχές που ταξίδεψε ο Οδυσσέας ήταν αληθινές, ενώ άλλοι όπως οι Stanford & Luce (1974) υιοθετώντας το σκεπτικό του Ερατοσθένη υποστηρίζουν το φανταστικό χαρακτήρα των ταξιδιών αυτών, χωρίς όμως και να παραβλέπουν την πρόθεση του Ομήρου να τους προσθέσει μια αληθοφανή χωρο-χρονική διάσταση.
Ο Berard, έπειτα από έξι χρόνια επιτόπιας έρευνας, και αξιοποιώντας σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, μετεωρολογικά και ωκεανογραφικά δεδομένα, προσπάθησε να αναπλάσει το ταξίδι του Οδυσσέα τοποθετώντας το στο χώρο της λεκάνης της Μεσογείου.
Ο πρώτος σταθμός του Οδυσσέα μετά την αναχώρηση του από την Τροία είναι η χώρα των Κικόνων, λαός σύμμαχος των Τρώων, που ο Berard τοποθετεί στην περιοχή της Θράκης (Έβρος). Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι του συγκρούονται με τους Κίκονες και με πολλές απώλειες, καταπλέουν νότια προς το ακρωτήριο του Μαλέα και κατόπιν νοτιοδυτικά της Κρήτης. Αυτό είναι και το τελευταίο σημείο του ταξιδιού του, το οποίο μπορούμε να ταυτίσουμε με σχετική ακρίβεια στο χάρτη.odybig
Μετά από εννιά ημέρες ταξιδιού (το μοτίβο των εννιά ημερών που συνεχώς επαναλαμβάνονται στην Οδύσσεια, έχει συμβολικό και όχι πραγματικό χαρακτήρα) φθάνει στη χώρα των λωτοφάγων που ο Berard την ταυτίζει με την Djerba (κόλπος της Μεγάλης Σύρτης στην Τυνησία), που σύμφωνα με κάποιους αρχαίους ιστορικούς όπως ο Ηρόδοτος και ο Πολύβιος , υπήρχαν περιοχές που φύτρωναν λωτοί.
Επόμενος σταθμός ήταν η χώρα των Κυκλώπων, που κατά τον Berard αναγνωρίζεται στον κόλπο της Νάπολης.
Το νησί του Αιόλου, τοποθετείται στις Λιπαρές Νήσους ή Αιολίδες νήσους. Με τη βοήθεια του Αιόλου και μετά από εννιά μερόνυχτα ταξιδιού , την δέκατη ημέρα ο Οδυσσέας αντικρίζει την Ιθάκη. Η γνωστή απρονοησία των συντρόφων του όμως θα τον ξαναστείλει πίσω στο νησί του Αιόλου όπου διωγμένος από εκεί και ταξιδεύοντας για έξι ολόκληρες ημέρες θα φθάσει στη χώρα των Λαιστρυγόνων. Σύμφωνα με τον Όμηρο οι Λαιστρυγόνες είναι οι τελευταίοι αληθινοί και ζωντανοί άνθρωποι που συναντά ο Οδυσσέας στο ταξίδι του , μέχρι τουλάχιστον να φθάσει στη Σχερία και από αυτή την άποψη συμβολίζουν το τέλος του κόσμου (Stanford & Luce, 1974). Ο Berard τοποθετεί τους Λαιστρυγόνες στην περιοχή της Σαρδηνίας – Κορσικής (Πόρτο Πότσο).
Επόμενος σταθμός είναι η Αιαία, το νησί της μάγισσας Κίρκης, που σύμφωνα με τον Όμηρο βρισκόταν κάπου ανατολικά του ηλίου, αλλά ο Berard το τοποθετεί στο Monte Circeo, ανάμεσα στις εκβολές του Τίβερη και τον κόλπο της Νάπολης.
Φεύγοντας από το νησί της Κίρκης ο Οδυσσέας ψάχνει και βρίσκει την Πύλη προς τον Άδη. Για τον Berard, η χώρα του Κάτω Κόσμου είναι η λίμνη Avernus στην Καμπανία ή στην Κύμη, ενώ έχει υποστηριχθεί και η άποψη ότι πρόκειται για την Εφύρα της Θεσπρωτίας, όπου ενώνονται οι ποταμοί Αχέροντας και Κωκυτός.
Στη συνέχεια ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι του συνεχίζουν το ταξίδι τους περνώντας από τις Σειρήνες (κάποιο από τα νησιά Galli , νότια των Πιθηκουσών και βόρεια του Στρόμπολι) και το στενό της Μεσσήνης όπου κατοικούσαν η Σκύλλα και η Χάρυβδη.
Περνούν από τα Νησιά του Ήλιου στη Σικελία (ή Θρινακία) και έπειτα από επτά μερόνυχτα φτάνει στην Ωγυγία το νησί της Καλυψώς , που ο Berard το τοποθετεί στο στενό του Γιβραλτάρ – βουνό Άτλας.
Τελευταίος σταθμός πριν την Ιθάκη είναι η Σχερία ή νησί των Φαιάκων, που σηματοδοτεί και την επιστροφή στον κόσμο των ανθρώπων.
Η Γη και ο Κόσμος.
Στο πιο πάνω κεφάλαιο παραθέσαμε περιληπτικά τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα. Αυτό που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι η Οδύσσεια δεν είναι ένα ιστορικό έργο, ούτε πρέπει να λογίζεται ως τέτοιο. Ο ίδιος ο Όμηρος , άλλωστε, δε διεκδίκησε ποτέ το ρόλο του ιστορικού. Σκοπός του ήταν να τέρψει τους ακροατές των επών του εμπλουτίζοντας το με στοιχεία γνωστά σε αυτούς. Δεχόμενοι δε, ότι καμιά μορφή τέχνης δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από την εποχή της, μπορούμε να συμπεράνουμε εύκολα ότι τα Ομηρικά έπη διαθέτουν πέρα από τη λογοτεχνική τους αξία και μια αδιαμφισβήτητη ιστορικότητα.
Οι Stanford & Luce (1974), προσδιόρισαν τρεις σημαντικές ιστορικές περιόδους που επηρέασαν τον Όμηρο. Αρχικά οι Μινωίτες και Μυκηναίοι θαλασσοπόροι, που πρώτοι πραγματοποίησαν τα επικίνδυνα υπερπόντια εμπορικά ταξίδια στη Δυτική Μεσόγειο. Στη συνέχεια τοποθετούν τους παραδοσιακούς μύθους των Ελλήνων ηρώων, που επιστρέφοντας στις πατρίδες τους μετά τον Τρωικό πόλεμο, περιπλανήθηκαν σε άγνωστες και αφιλόξενες θάλασσες της Μεσογείου. Τέλος, αναφέρεται το μεγάλο αποικιακό κύμα των Ελλήνων στην Ιταλία, μετά το 760 πΧ, που σηματοδοτεί την έναρξη του δευτέρου Ελληνικού αποικισμού.
Επομένως, ο κόσμος που περιγράφει ο Όμηρος στην Οδύσσεια, είναι ο κόσμος των εμπορικών και μεταναστευτικών ταξιδιών των Ελλήνων προς τη Δύση. Ο κόσμος που αναπαρίσταται στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα είναι μια αμυδρή ανάμνηση των πρώιμων εμπορικών ταξιδιών της Μυκηναϊκής εποχής με κατεύθυνση την Ιταλική Χερσόνησο, ήδη από το 1600 πΧ., εμπλουτισμένη με τις εμπειρίες του πρόσφατου Β΄ Ελληνικού αποικισμού. Ο γήινος κόσμος του Ομήρου αντιπροσωπεύει την παράκτια ζώνη της λεκάνης της Μεσογείου, που πρώτα οι Μυκηναίοι και στη συνέχεια οι Έλληνες του 8ου αι. έφτιαξαν εμπορικούς σταθμούς και ίδρυσαν Μητροπόλεις.
Τα σημεία αναγνώρισης του γήινου δίσκου
Ο Όμηρος θεωρεί τη γη σαν έναν επίπεδο δίσκο, που περιβάλλεται από τον ποταμό Ωκεανό, πατέρα των νερών και των θαλασσών, πάνω από τον οποίο δεσπόζει ο ουράνιος θόλος, στέρεος σαν τον ορείχαλκο. Κραταιοί κίονες υποβαστάζουν τον ουρανό και τη γη. Ο Όμηρος αγνοεί το διαχωρισμό της γης σε τρεις ηπείρους, ένα αξίωμα που θα θεωρηθεί δεδομένο για τους μεταγενέστερους γεωγράφους (Christian Jacob, 2005: 49).
Τα σημεία προσανατολισμού στην Οδύσσεια δεν ταυτίζονται με τα σημερινά σημεία του ορίζοντα. Στην Οδύσσεια υπάρχουν δύο βασικά σημεία προσανατολισμού: η Ηώ, το σημείο ανατολής του Ηλίου από τον ωκεανό, και ο Ζόφος, το σημείο όπου κάθε βράδυ ο Ήλιος δύει στον ωκεανό.
Ο κόσμος των ανθρώπων.
Όπως είδαμε και παραπάνω ο κόσμος της Οδύσσειας είναι ο κόσμος του τέλους της εποχής του χαλκού, και η αρχή της εποχής του σιδήρου (1200 – 800 πΧ).Όπως αναφέρει ο Christian Jacob (2005), ο Οδυσσέας περιπλανιέται περισσότερο σε ένα ανθρωπολογικό χώρο και λιγότερο σε ένα χώρο γεωγραφικό (Christian Jacob, 2005: 50-51).Ο κόσμος αυτός θα μπορούσε να παρουσιαστεί σε τρία επίπεδα:
Στο πρώτο επίπεδο βρίσκεται ο πολιτισμένος κόσμος, ή όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Jacobs, ο κόσμος των σιτοφάγων (στο Christian Jacob, 2005: 51). Στην Οδύσσεια ο κόσμος αυτός αντιπροσωπεύεται από τις πόλεις της Ιθάκης, της Τροίας, της Σπάρτης και του Άργους. Είναι ο κόσμος μιας αγροτική κοινωνίας, όπου οι άνθρωποι καλλιεργούν σιτηρά και ασχολούνται με την κτηνοτροφία. Τρέφονται με ψωμί και κρέας και πίνουν κρασί.
Ο κόσμος των ανθρώπων βρίσκεται ανάμεσα στον κόσμο των ζώων και των θεών. Για αυτό και οι άνθρωποι της αγροτικής κοινωνίας που είναι πολιτισμένοι τρέφονται με τροφές που παράγονται μέσα από τη διαδικασία της ζύμωσης (κρασί και ψωμί). Αυτό είναι και το σημείο που διαφοροποιεί τη διαδικασία παρασκευής της τροφής της ανθρώπινης κοινωνίας σε σχέση με αυτή των ζώων (που τρέφονται με ωμές τροφές) και των θεών (που τρέφονται από την τσίκνα των θυσιών). Στις παρυφές της πολιτισμένης κοινωνίας βρίσκεται ο μη ανθρώπινος κόσμος. Ο κόσμος αυτός περιλαμβάνει λαούς που δεν καλλιεργούν τη γη, και δεν τρώνε ψωμί , ούτε πίνουν κρασί.
Οι μόνοι πολιτισμένοι άνθρωποι που συναντά ο Οδυσσέας στο ταξίδι του πριν τουλάχιστον φθάσει στη Σχερία, είναι οι Κίκονες που τρέφονται με κρέας και πίνουν κρασί. Αντίθετα οι λαοί που συναντά μετά το ακρωτήριο του Μαλέα, είναι είτε κτηνοτρόφοι που δεν γνωρίζουν την αγροτική τέχνη (Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες, Λωτοφάγοι), είτε ανθρωποφάγα όντα που προσομοιάζουν περισσότερο σε ζώα παρά σε ανθρώπους (Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες), είτε βρίσκονται πιο κοντά στη θεϊκή παρά στην ανθρώπινη υπόσταση (Καλυψώ, Κίρκη, Αίολος κλπ).
Το τρίτο επίπεδο που δεν αφορά άμεσα την ανθρωπολογική διάσταση αλλά έχει έμμεσες ανθρωπολογικές επιπτώσεις, είναι ο θαλάσσιος χώρος που χωρίζει τον πολιτισμένο από τον μη πολιτισμένο κόσμο. Η θάλασσα δεν αποτελεί ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και για αυτό δεν υπόκειται σε καμιά χαρτογραφική λογική, αλλά αντιπροσωπεύει έναν άγονο και απροσπέλαστο κόσμο, ξένο προς την ανθρώπινη εμπειρία και λογική.
Ο κόσμος των νεκρών
Ο Οδυσσέας επισκέπτεται τον κάτω κόσμο ύστερα από προτροπή της μάγισσας Κίρκης για να πάρει συμβουλές από τον μάντη Τειρεσία. Ο κόσμος των Νεκρών βρίσκεται κάτω από τον γήινο δίσκο. Είναι ένας χώρος σκοτεινός, αραχνιασμένος, ένας χώρος λησμονιάς, όπου οι ανθρώπινες φιγούρες παρουσιάζονται σαν σκιές χωρίς καμιά ανθρώπινη υπόσταση.
Βιβλιογραφία
Berard V., 1927-1929, Les navigations d’ Ulysses, 4 τόμοι, Paris
Jacob C., 2005, Γεωγραφία και Εθνογραφία στην Ελλάδα, Gutenberg
Stanford W. B. - Luce J. V., 1974, The quest for Ulysses, London
Εργασία για το μάθημα ” Ανθρωπογεωγραφία Ι “ του Δημήτρη Γκόκη, 7ο εξάμηνο/Ιστορία, Κομοτηνή 2008.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου