Ο
Ιωάννης Θεοφιλάτος, εφοπλιστής από την Ιθάκη, στις 3 Μαΐου 1874 αγόρασε
καταβάλλοντας 226.000 δραχμές μετρητά το Χαρβάτι –σημερινή Παλλήνη- ένα
τεράστιο αγρόκτημα με έκταση 60.000 στρεμμάτων στα Μεσόγεια 14 χιλιόμετρα έξω
απ’ την Αθήνα. Σ’ αυτό το αγρόκτημα δημιουργήθηκε η άγνωστη μέχρι σήμερα φιλία
του ιδιοκτήτη με το μεγάλο συγγραφέα Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Η
γνωριμία του πάμπλουτου εφοπλιστή – κτηματία με το φτωχό συγγραφέα έγινε μετά
από αίτημα του πρώτου σ’ ένα κοινό τους φίλο, το Γιάννη το Μανάφτη που τα ‘πινε
με τον δεύτερο κάθε βράδυ στην ταβέρνα του Καχριμάνη στου Ψυρή. Ο Θεοφιλάτος
ήταν φανατικός αναγνώστης του Παπαδιαμάντη και ήθελε να τον συναντήσει για να
του εκφράσει το θαυμασμό του. Να πως περιγράφει ο συγγραφέας την πρώτη τους
συνάντηση στην ταβέρνα.
«…ο
Παπαδιαμάντης άργησε πολύ να ‘ρθει στου Καχριμάνη και όλη η παρέα είχε αρχίσει
να πιστεύει πως δεν θα τον δουν απόψε. Όμως, σχεδόν τρία τέταρτα της ώρας
αργότερα, μπήκε στην ταβέρνα, σκυθρωπός και συλλογισμένος όπως πάντα , μαζί με
τον φίλο του τον καλόγερο Νήφωνα, τον οποίο φιλοξενούσε στο φτωχικό του δωμάτιο
κοντά δυο χρόνια τώρα. Αφού ο Μανάφτης τους σύστησε το Θεοφιλάτο, ο
Παπαδιαμάντης κάθισε στην πιο απόμερη γωνιά της παρέας κι όπως το συνήθιζε,
σταύρωσε τα χέρια του μπροστά στο στήθος, έγειρε το κεφάλι του και χαμήλωσε
ελαφρά το βλέμμα του. Η ατημέλητη εμφάνιση του μποέμ λογοτέχνη, με το
λιγδιασμένο και τριμμένο απ’ την καθημερινή χρήση μοναδικό κοστούμι του, δε
φάνηκε να σοκάρει τον Θεοφιλάτο που ήδη γνώριζε απ’ τον Γιάννη τον Μανάφτη
πολλά για τη ζωή και τη συμπεριφορά του Παπαδιαμάντη. Άλλωστε ήταν σ’ όλους
γνωστό ότι ο Θεοφιλάτος φημιζόταν για την ικανότητά του να εκτιμά την
προσωπικότητα, το χαρακτήρα και το έργο των ανθρώπων που συναντούσε κι όχι την
εξωτερική τους εμφάνιση. Ίσως επειδή σ’ όλη του τη ζωή συναναστρεφόταν με
βρώμικους και ξυπόλυτους ναυτικούς και χωρικούς…»
«…Λίγο
πριν χωρίσουν ο Θεοφιλάτος προσκάλεσε τον Παπαδιαμάντη να επισκεφτεί το Χαρβάτι
το Πάσχα… Ο συγγραφέας τον ευχαρίστησε, αλλά, όπως έκανε πάντοτε σ’ αυτές τις
περιπτώσεις, δεν έδειξε και πολύ πρόθυμος να ικανοποιήσει την επιθυμία του
εφοπλιστή… Μπήκε ο Μάης, ήλθε το Πάσχα κι ο Παπαδιαμάντης δε φάνηκε στο
Χαρβάτι. Ο Θεοφιλάτος όμως δεν το έβαλε κάτω. Συνάντησε πολλές φορές τον
συγγραφέα στου Καχριμάνη και τον επόμενο χρόνο 1886, κατάφερε να του αποσπάσει
την υπόσχεση ότι θα ‘ρχόταν στο Χαβάτι τον Δεκαπενταύγουστο…»
«…Απ’
τα τρία βαγόνια της αμαξοστοιχίας κατέβηκε μόνον ένας επιβάτης. Φορούσε ένα
παλιό τριμμένο κοστούμι, με το πουκάμισο κουμπωμένο ως ψηλά στο λαιμό, ενώ στα
χέρια του κρατούσε μόνον ένα μπαστούνι. Ο αμαξάς του Θεοφιλάτου που καθόταν πιο
πέρα με την άμαξά του, τον πλησίασε θαρεττά και χωρίς να τον γνωρίζει καν, του
είπε:
Καλώς
ήρθες κυρ Αλέξανδρε !!
…Τότε
έγινε, σύμφωνα με την παράδοση , η πρώτη γνωριμία του Παπαδιαμάντη με τους
απλοϊκούς χωρικούς του Χαρβατιού που του έδειξαν αμέσως ένα μεγάλο σεβασμό
γιατί καταδέχτηκε τούτος ο σημαντικός, όπως τους τον είχε περιγράψει ο
Θεοφιλάτος, άνθρωπος, να καθίσει και να συνομιλήσει μαζί τους…»
Για
το γλέντι που έγινε το Δεκαπενταύγουστο του 1886 στο Χαρβάτι, υπάρχει αυθεντική
περιγραφή του Παπαδιαμάντη με ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον Θεοφιλάτο και
τους χωρικούς, στο αφήγημά του με τίτλο «Εκδρομή εις Χαρβάτι» που δημοσιεύτηκε
στις 18 Αυγούστου 1886 στην εφημερίδα της Αθήνας «ΕΦΗΜΕΡΙΣ»
Από
τότε ο Παπαδιαμάντης άρχισε να επισκέπτεται τακτικά το Χαρβάτι και τη στενή
σχέση του περιέγραφε σε χρονογραφήματά του που δημοσίευε στην «ΕΦΗΜΕΡΙΣ» όπως
το «Ο Επιτάφιος και η Ανάστασις εις τα χωρία» στις 7 Απριλίου 1887.Ο Ιωάννης
Θεοφιλάτος ο πλούσιος εφοπλιστής και γαιοκτήμονας δεν επεδίωξε την προβολή του
μέσα από τη φιλική του σχέση με το μεγάλο πνευματικό δημιουργό, όπως κάνουν
ακόμη και σήμερα πολλοί οικονομικά ισχυροί άνθρωποι. Ήταν ένας άδολος κι απλός
άνθρωπος που θεωρούσε τον Παπαδιαμάντη όχι μόνο φίλο αλλά κι αδελφό του. Γι
αυτό κι ο Σκιαθίτης συγγραφέας στην αρχή του διηγήματός του «Λαμπριάτικος
Ψάλτης αποκαλεί τούτη την προσφορά φιλοξενίας «φιλάδελφον προθυμίαν».
«…
ο Παπαδιαμάντης , προσπαθούσε πάντοτε να αποφεύγει τις φιλίες με τους
προύχοντες και προτιμούσε να συναναστρέφεται με ψάλτες, καντηλανάφτες, με
απλούς χωρικούς και γενικά με ανθρώπους του λαού που τους συναντούσε στις
ταβέρνες ή στις εξοχές της Σκιάθου, αλλά και της Αθήνας. Γιατί αυτός ο
πολύξερος , αληθινά σοφός, διψούσε να μαθαίνει τη σοφία του λαού, την πηγαία,
την αληθινή σοφία. Κι άκουγε με απληστία τις διηγήσεις από τις γερόντισσες,
τους ναυτικούς και τους ξωμάχους της γης...»
Η
μεγάλη φιλία των δύο ανδρών έσβησε με το θάνατο του Ιωάννη Θεοφιλάτου το 1894
και μαζί κόπηκε και ο δεσμός του Παπαδιαμάντη με το Χαρβάτι και τους χωρικούς
του.
«Ο
μεγάλος πατριώτης» γράφει ο ιστορικός της εποχής, «ετελείωσε τας ημέρας αυτού
εν μέσω πατριωτικού συμποσίου, καθ’ ην στιγμήν ύψωνεν το ποτήριον αυτού υπέρ
απελευθερώσεως της Κρήτης. Το τέλος του διασήμου εφοπλιστού υπήρξεν ούτω άξιον
βίου μακρού, καταναλωθέντος εις έργα προόδου εθνικής και κοινωνικής».
Το
1871 ο Ιωάννης προχώρησε σε μία ακόμα επιχειρηματική επιλογή που κανένας άλλος
Έλληνας έως τότε δεν είχε αποφασίσει να πραγματοποιήσει: παρήγγειλε και
ναυπήγησε στα αγγλικά ναυπηγεία του R. Thompson
του Sunderland, το 1873, το πρώτο ελληνικό σιδερένιο
φορτηγό ατμόπλοιο. Το ατμόπλοιο ονομάστηκε «Ιθάκη», παρέμεινε στην πλοιοκτησία
του μέχρι το 1882 και συνέδεσε τη Μεσόγειο με τον Ατλαντικό και τη βορειοδυτική
Ευρώπη.Τη στροφή του στον ατμό ο Ιωάννης Θεοφιλάτος τη σχολιάζει στο πολύ
ενδιαφέρον άρθρο του «Σκέψεις περί της εμπορικής εν Ελλάδι ναυτιλίας», στην
Οικονομική Επιθεώρηση του έτους 1882.Εκεί υπογραμμίζει τόσο τα πλεονεκτήματα
του ατμόπλοιου έναντι του ιστιοφόρου όσο και την ανάγκη συγκρότησης ατμοπλοϊκού
στόλου, φανερώνοντας επί της ουσίας την εκσυγχρονιστική λογική των νέων τότε
εφοπλιστών της ομογένειας.
Ο
πιο μικρός από τους γιους του Νικολάου Πεταλά-Θεοφιλάτου, ο Ιωάννης,
αναδείχθηκε ο πλέον σημαντικός γόνος της οικογένειας στο Δούναβη. Γεννήθηκε
στην Ιθάκη το 1827 και, αφού έλαβε την εγκύκλια μόρφωση, σε ηλικία 16 ετών
έφυγε για τη Ρουμανία, όπου η παρουσία των Θιακών ήταν μέχρι τότε δευτερεύουσας
σημασίας, καθώς στις περιοχές αυτές είχαν προηγηθεί κυρίως Κεφαλλονίτες και
Σπετσιώτες. Ο Ιωάννης πήγε αρχικά στο Γαλάτσι το 1843 και στην αρχή της
σταδιοδρομίας του εργάστηκε στις επιχειρήσεις του ομογενούς Σακομάνου. Αργότερα
αποχώρησε και εγκαταστάθηκε στο Σουλινά, όπου ήταν και το κέντρο των
ναυτεμπορικών δραστηριοτήτων του.
Πατέρας
των Θεοφιλάτων που δραστηριοποιήθηκαν στο εμπόριο του Δούναβη ήταν ο Νικόλαος
Αντωνίου Πεταλάς-Θεοφιλάτος (1778-1865). Για τον τελευταίο δε γνωρίζουμε πολλά
πράγματα, παρά μόνο πως εμφανίζεται ως πλοίαρχος κατά τα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο
Νικόλαος απέκτησε τέσσερις γιους, τους: Αντώνιο (1814-1890), Σπυρίδωνα
(1816-1880), Πάνο (1825-1876) και Ιωάννη (1827-1894). Οι γιοι του διατήρησαν
μονάχα το επώνυμο Θεοφιλάτος.
Τα
στοιχεία του πλοίου απο τα αρχεία των ναυπηγείων του Sunderland http://sunderlandships.com/view.php?ref=103847
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου