Κυριακή 5 Απριλίου 2020

Η ΣΤΙΤΙΚΕΤΣΑ [ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ]



[Στη Ζάκυνθο επί Ενετών ο κόντε Ρικάρντο Νταβιτσέντσα γράφει μια «Ομιλία» και την «ανεβάζει» στο σαλόνι του, για να σατιρίσει την …δυσκοιλιότητα του φίλου του Κόντε Κλάπα]
.
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Στ’ Αρχοντικό του Κλάπα. Ο Κόντες, με τη νυχτικιά του και φαρδιά ρόμπα ντι κάμαρα, κάθεται στη σέκια[φορητό αποχωρητήριο-πολυθρόνα] του ακίνητος και βλοσυρός. Είναι φαλακρός και η περούκα δίπλα του, στον περουκοστάτη, είναι απαράλλαχτη μ’ εκείνη του πατέρα του, που εικονίζεται στο θεόρατο κάδρο πίσω του. Ο Ντοτόρος Μορτεβίας τού μετράει το πόλσο.[σφυγμό]
ΚΟΝΤΕΣ: Σορ Μορτεβία, βόηθα με!/ Κοντεύω να κρεπάρω[σκάσω]./Αν δε με γιάνεις γρήγορα,/ θε να βαρέσω σμπάρο…
ΓΙΑΤΡΟΣ: Μπράβο σου! Μα μ’ ούλο το ρισπέτο/ σα μαχαιρίες τα λόγια σου/ με βάρεσαν στο πέτο/ Είναι κουβέντες, Άρχοντα,/ ευτούνες που μου λες;
ΚΟΝΤΕΣ: Τι θες να κάμω; Τήραμε!/ Είμαι για να με κλαις!/ Κόκαλα το κορμάκι μου/ κατάντησε και πέτσα!
ΓΙΑΤΡΟΣ: Κόντε μου! Δε ματάγινε/ μιά τέτοια στιτικέτσα!/ Δεν είν’ αρρώστια σέρια[σοβαρή]/ για τσου μικρούς/ανθρώπους,/τηνε γιατρεύουμε, μαθές,/ με χίλιους δύο τρόπους.../ Μα τσ’ αφεντιάς σου τ’ άντερα/ είν’ στίτικα ντί στέζα[δυσκοίλια περιοπής],/ έχουν πείσμα κοντέικο/ και μνέσκουν πάντα στέζα[τεντωμένα].

ΚΟΝΤΕΣ: Νιώθω μαστίτσα[συμπαγή] την κοιλιά/ σα μαρμαρένια ντάπια/ Ματάνοιξε, Ντοτόρο μου, τα δόλια σου κιτάπια/ και βρες δελέγκου[αμέσως] μέσα κει/ του γλυτωμού σανίδα./ Αλλιώς, Σορ Μορτεβία μου,/ “αντίο που σε είδα”![τετέλεσται].

ΓΙΑΤΡΟΣ: Ούλους τσου ματαδιάβασα!/ Αφ’ τον αντίκο·Τσέλσο/ στους Διοσκουρίδη, Γαληνό, Βεζάλιο, Παρατσέλσο./ Μα και τσου πούλιο κοντινούς:/ Εύστάκιο, Φαλλόπιο, τσου δύο Χάντερ, τον Χαρβέ...

ΚΟΝΤΕΣ: Μούπαν ριμέντιο[γιατροσόφι] ντόπιο…

ΓΙΑΤΡΟΣ: Μα εδώ ριτσέτες[συνταγές] Πάντοβας/ και βγήκαν οπορκερίες[άχρηστες]/ και θες να σε σαλβάρουνε[γλυτώσουνε]/ τση γειτονιάς οι γρήες;

ΚΟΝΤΕΣ: Ευτούνα τ’ άντερα, γιατρέ,/ είναι τσ’ απορπισίας!/ Να ματακούσω τη βροντή/ μιας αποπατησίας/ και στην πλερώνω για χρυσή./Μίανε μόνε-μόνε![ίσα-ίσα]

ΓΙΑΤΡΟΣ: Κόντε μου, βρίσκουμαι και γώ/ σε μία ντισπερατσιόνε!/ Ούλα μου τα δοκίμασα /κι ούλα πήγανε στράφι!/ Ακόμα και μιαν όστια [χάπι] με σκόνη από χρυσάφι!/ Βρύση τ’ όλιο ντί ρίτσινο, [καθαρτικό]/ φόρτε καλομελάνο [μονοχλωριούχος υδράργυρος,/ κλυστήρια [κλύσματα] με τη σέσουλα/ Τι άλλο να σου κάνω;/ Η τέχνη μου φαλίρισε /μ’ ευτούνη την κοιλιά σου./ Άλλο δέ μνέσκει τώρα πια…

ΚΟΝΤΕΣ: …παρά να πας καλιά σου!/ Θα δοκιμάσω μοναχός/ ’να ντόπιο γιατροσόφι./ Οι γρήες ξέρουν τα πολλά!/ Κι ας λεν οι φιλοσόφοι!

ΓΙΑΤΡΟΣ: Ακομοντάτεβι[Όπως σας αρέσει] Σινιόρ!/ με γειές σου και χαρές σου.

ΚΟΝΤΕΣ: Έχεις και μούτρα να μιλείς/ μετά τσι συμφορές σου;

ΓΙΑΤΡΟΣ: Συμπάθιο! Μα τα μαγικά/ εγώ τάχω χεσμένα.

ΚΟΝΤΕΣ: Γιατί τσιρλάς ελεύτερα!/ Μα δε ρωτάς και μένα/π’ άντίς πουργκάντε [καθαρτικό] μούδεσες/ στο κώλο μου φουστέκια [ασφυκτικά δεσμά]/ κι ούτε να κλάσω δεν μπορώ/ την ίδια μου τη σέκια!

ΓΙΑΤΡΟΣ: Και τι λογής, Σιορ Κόντε μου,/ είναι φτούνο το
μάγιο;

ΚΟΝΤΕΣ: Ολημερνίς στη σέκια μου/ θα κάνω το σκαντάγιο,[βολιδοσκόπηση]/ μετρώντας και προσέχοντας/ κάθε γουργουρισία;

ΓΙΑΤΡΟΣ: Μα νύχτα-μέρα στο σκαμνί;/ Τούτο ’ναι βουρλισία./ Θα σου κατσιάσει το κορμί!/ Ο νους σου θα στουπίρει,[αποβλακωθεί]/ αν κάτσεις τρία μερόνυχτα/ σ’ αυτό το πατητήρι!

ΚΟΝΤΕΣ: Ας γένει το μιράκολο [θαύμα]/ κι ας κάτσω, δε με μέλει./ Αγάλια- αγάλια γένεται/ κι η αγουρίδα μέλι!

ΓΙΑΤΡΟΣ: Κι από βοτάνια;

ΚΟΝΤΕΣ: Τίποτσι! Μονάχα να φορτσάρω[βάζω τα δυνατά μου]/ και ν’ ασπετάρω [περιμένω] το καλό!

ΓΙΑΤΡΟΣ: Κοσπέτο[μπράβο], μίο κάρο!/Εμένα να με συμπαθάς,/ μα πρέπει να πηγαίνω/ τση γειτονιάς τσου αχαμνούς!/ Πιού τάρντι[αργότερα] ανεβαίνω/ στ’ αρχοντικό σου, για να δω/ τα ποία και τα πόσα/ αυγά στη σέκια εγέννησε/ η παινεμένη κλώσα!
(Φεύγει. Ο Κόντες μένει μονάχος. Ξάφνου το μούτρο τον λάμπει από χαρά.)
ΚΟΝΤΕΣ (μ’ ενθουσιασμό): Άκου την, γουργουρίζει! / Έλα μωρή, φινίριστο [τελείωσέ το]/ (το μούτρο του σκοτεινιάζει)/ Τ’άντερομπουρμπουλίσματα/ πάψανε το ντορό [χαβά] τσου,/ φόρσε[ μάλλον] γατσούλια [γάτες] σκούζανε/ στη ρούγα. Το σταυρό τσου!!!
Σιπάριον
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΡΩΜΑΣ(1906-1981)
«Ο ΚΟΝΤΕΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ 1975

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου