Μια
σπάνια μελέτη του Παναγή Λεκατσά όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό
"Επιθεώρηση Τέχνης" το 1957 Η μελέτη που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στο
Μηνιαίο Περιοδικό Γραμμάτων και Τεχνών «Επιθεώρηση Τέχνης» το 1957. Από τις
πρώτες σελίδες, ο αναγνώστης θα σχηματίσει αντίληψη της εξαιρετικής αυτής
δουλειάς.
Ωστόσο,
για τον δημιουργό της, αλλά και για το κλίμα της εποχής όπου παρουσιάστηκε η
μελέτη, πιο αρμόδιος να μιλήσει είναι κάποιος που γνώρισε τον Λεκατσά, ο
γλύπτης Διονύσης Γερολυμάτος. Θεωρήσαμε τιμή και υποχρέωσή μας να ανοίξουμε
αυτή τη δημοσίευση με τα δικά του γλαφυρά λόγια.
«Πάνε πολλά χρόνια
από τότε που πέρασα από τον παράδεισο της άγνοιας στην κόλαση της γνώσης
Και τα πόδια μου
βουτηγμένα στην λάσπη από αίμα και χώμα, στην λάσπη της κατοχής και του
εμφυλίου, βηματίζουν ακόμα στον λαβύρινθο εν αναμονή του Μινώταυρου. Από τότε
σιγά σιγά άρχισαν τα μαύρα σύννεφα της καταιγίδας να μαζεύονται.
Πολλά τα γιατί, πολλά
απ' όλες τις γωνιές του ανθρώπου.
Μέσα στον πολιτιστικό
αυτό Αρμαγεδδώνα προσπαθώ τις απαντήσεις να βρω.
Να βρω τις διαδρομές
και τα μονοπάτια του μέλλοντος μου, πιστός στην διαδικασία επαγωγικής σκέψης
των προσωκρατικών φιλοσόφων πιστός στο μειλίχιο απαλό χάδεμα της βυζαντινής
υμνογραφίας και πιο πολύ θερμός θιασώτης στην γοητεία της λαϊκής παράδοσης και
μυθοπλασίας.
Τον μίτο της Αριάδνης
στα χέρια μου επήρα να συνταιριάξω τα κομμάτια του χρόνου για το μεγάλο
ψηφιδωτό της ζωής.
Έτσι κατά τα τέλη της
δεκαετίας του 50, αλήθεια τι δεκαετία κι αυτή, συνάντησα το φωτεινό μυαλό του
φιλολόγου Παναγή Λεκατσά, θυμήθηκα τις τρεις διαλέξεις του εθνολόγου Τόμσον πάνω
στις αρχαίες δοξασίες και διαδρομές του θείου δράματος, από την ανατολή.
Ασσύριοι, Σουμέριοι,
Βαβυλώνιοι, Φοίνικες και Αιγύπτιοι μέχρι τον δικό μας Διόνυσο και τις συνθήκες
όπως διαμορφώθηκαν στο πέρασμα του χρόνου
και αποτέλεσαν
συστατικά όχι μόνο στις δοξασίες αλλά και στα δρώμενα σ' όλο τον ελλαδικό χώρο,
σαν ένα ολοκληρωμένο θρησκευτικό στάτους, με ρίζες που ενδεχομένως μέχρι τις
μέρες μας φτάνουν.
Το ερέθισμα τόσο
ισχυρό !
Αλήθεια τι είναι το
θείο δράμα;
Τι είναι το ανθρώπινο
δράμα;
Πέστε μου τι είναι
αυτό που λέγεται σήμερα ''τίποτε δεν πάει χαμένο'' από την δική μας πεπερασμένη
ύπαρξη;
Πόσο όμως μοιάζει το
ένα με το άλλο;
Μήπως δεν είναι
φτιαγμένα με τα ίδια υλικά;
Στον ελλαδικό χώρο
αναφέρομαι αυτόν γνωρίζω και σ' αυτόν ζω.
Μου έρχεται στο νου
το σύμβολο της πίστεως, ''εις ένα θεό αληθινό εκ θεού αληθινού'' και την ίδια
στιγμή ο Δίας, που στο μηρό του εγκλώβισε τον βλαστικό Διόνυσο, ''θεός εκ θεού
αληθινού''
Εδώ υπάρχει μια
ταύτιση του DNA με τις αναγκαιότητες της εκάστοτε κοινωνίας που τα δημιούργησε.
Έτσι λοιπόν
αναλογίζουμε τι απ' όλα είμαστε;
Τόσα ερωτήματα !
Τι απ' όλα ;
Δεν θέλω να φύγω
"οδοιπόρος'' για τα Σούσα και όλα να τα αφήσω στις καλένδες.
Θα συνεχίζω
γράφοντας...
και είναι τόσα
πολλά...»
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΣ
Απρίλης
2015
Παρουσιάζουμε
τώρα το πρώτο κεφάλαιο αυτής της μελέτης του ΠΑΝΑΓΗ ΛΕΚΑΤΣΑ:
ΤΟ ΘΕΙΟ ΔΡΑΜΑ ΣΤΙΣ
ΠΡΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ
ΤΑΦΟΙ
ΘΕΩΝ
Σε
μια μελέτη του για τα Μαντεία που στους καιρούς του είχαν πια βουβαθεί ο
Πλούταρχος μας άφησε μια παράξενη ιστορία. Ένα καράβι αρμένιζε για την Ιταλία
φορτωμένο με πραμάτειες και ταξιδευτές, όταν, κάποιο απόσπερο, καθώς περνούσε
από τις ακρινές ελληνικές στεριές, εκεί κατά τους Παξούς, το πλήρωμα και οι
ταξιδευτές αγρικήσαν από τη στεριά μια φωνή, να κράζει τον καπετάνιο του
καραβιού, τον Αιγύπτιο Θαμούν, που, ίσαμ' εκείνη τη στιγμή, δεν ξέρανε πολλοί
τ’ όνομά του. Δυο φορές έκραξε η φωνή τ' όνομα του Θαμού, και εκείνος δεν
αποκρίθηκε, μα την τρίτη στενεύτηκε πια να φωνάξει κ' ελόγου του ποιος τον
γυρεύει. Τότες δυνάμωσε η φωνή και του παράγγειλε, σα θα περνούσαν από το
Παλώδες, να φωνάξει το μήνυμα «Παν ο μέγας τέθνηκε», πώς ό Μέγας Πάν έχει
πεθάνει. Σαστισμένοι οι άνθρωποι του καραβιού δεν ξέραν τι ν’ αποκάμουνε, όσο
που ο καπετάνιος απεφάσισε πώς αν βρίσκανε φουρτούνα στο μέρος που τούς είπε η
Φωνή, να σωπάσουν και να διαβούν, αλλιώς να κράξουνε τό μήνυμά της. "Έτσι
και γίνηκε, και, καθώς βρήκαν στο Παλώδες αποθαλασσιά, ανέβηκε στην πρύμη ο
Θαμούς και φώναξε κατά τη στεριά πώς ο Μέγας Πάν έχει πεθάνει. Δεν είχε
αποσώσει το λόγο του, και να, γοή και ούθρηνο γρικήθηκε από τη στεριά, ωσάν από
μεγάλο πλήθος πού θρηνούσε. Ξακολουθώντας το καράβι το δρόμο του, έσωσε χωρίς
άλλα αναπάντεχα, στην Ιταλία. Εκεί ακουστήκανε τα περιστατικά, κι ακόμη κι ο
τοτινός αυτοκράτορας, ο Τιβέριος, έβαλε να του φέρουν τον Θαμούν, να τ’ ακούσει
από το στόμα του ίδιου.
Ό
Τιβέριος ήταν ο αυτοκράτορας που τον καιρό της βασιλείας του σταυρώθηκε ο
Ιησούς κ' η συντυχιά ν' ακούγεται το μήνυμα πώς πέθανε ο Μέγας Πάν τον καιρό
πού πέθανε κι αναστήθηκε ο Νέος Θεός, γοήτεψε των παλιών, όπως και των νεότερων
τις φαντασίες. Συμβόλιζε το θάνατο του ίδιου του Ιησού; Ή τό θάνατο τής
κυριαρχίας του Σατανά πού παίρνει, στη φαντασία των Χριστιανών, τα χαρακτηριστικά
του τραγοπόδη και κερασφόρου θεού; Ή,
γενικότερα, το θάνατο του κόσμου των Θεών, που ο Παν, σα Θεός του Παντός, τους
ανακεφαλαιώνει; Τ’ όνομα όμως του Αιγύπτιου καπετάνιου Θαμούς, αναγνωρίζεται
σαν τ’ όνομα του Θνήσκοντος θεού Ταμμούζ, όντας κ’ ένα από τα λειψανικά ονόματα
του Αδώνιδος, που η Ανατολική Μεσόγειο θρηνεί κάθε χρονιά το χαμό του : ''καί
είσήγαγέ με λέει ό Ιεζεκιήλ, επί τά πρόθυρα τής πύλης οίκου Κυρίου τής
βλεπούσης προς βορράν, και Ιδού εκεί γυναίκες καθήμεναι θρηνούσαι τον Θαμμούς...''
Η
αιγυπτιακή, από την άλλη, καταγωγή του Θαμού, αφήνει ν’ ακούγονται οι θρήνοι
για το θάνατο του Όσιρι, ομόλογου Θεού τής Αιγύπτου. Άν οι σχετισμοί αυτοί
αληθεύουνε, η περιλάλητη ιστορία για το θάνατο του Πανός δεν είναι παρά ένα από
τα πολλά παραπλάσματα της ιστορίας του Θείου Δράματος, που δυο από τα κύρια
στοιχεία του, το Μήνυμα του Θανάτου και τον Θρήνο για το θάνατο του Θεού, κάθε
καράβι μπορούσε να τ' αγρικά απ’ όλες τις στεριές τής ανατολικής Μεσόγειου,
χιλιάδες χρόνια πριν από τούς Τιβερίους. Οι ευλαβικοί τους κιόλας ταξιδευτές δε
θα δυσκολεύουνταν, πατώντας τις στεριές, να προσκυνήσουνε του ενός ή του άλλου
"Σωτήρα" Θεού τον Πανάγιο Τάφο. Στη βάση του σκαλωτού πυργοναου
(ziggurat) στη Βαβυλώνα ήταν ο Τάφος του Βήλου (Bel), που θα πει "του
Κυρίου" Ο τάφος του συριακού Άδωνι ήταν μέσα στον περίβολο του ναού της
Αστάρτης στη Βύβλο κ' η μαρτυρία του αγίου Ιερωνύμου πώς ο θεός αυτός
θρηνιόντανε στη Βηθλεέμ μέσα στο σπήλαιο που γεννήθηκε ο Ιησούς, μαρτυρά κ' εδώ
ένα τάφο. Οι Αιγύπτιοι δείχνανε τάφους του Όσιρι — των μελών του κομματιασμένου
θεού — σε πολλούς τόπους της χώρας του Νείλου. Στον Πεσσινούντα της Φρυγίας,
ήταν, πάνου στο βραχόβουνο "Άγδος, ο τάφος του Άττι. Στην Κρήτη δείχνονταν
ο τάφος του Διός που (καθώς η παράδοση τον σχετίζει με την Ίδη, με τη Δίκτη,
και με την Κνωσσό) φαίνεται πώς πολλοί τον αξιώνανε τόποι. Ο τάφος του Υακίνθου
λατρεύονταν στις "Αμύκλες κάτου από το άγαλμα του Απόλλωνα, στο ''θρόνο''
του θεού, και στον Τάραντα, όπου ο αρχαίος αυτός Θνήσκων Θεός έχει ταυτιστεί με
τον Απόλλωνα, ήταν ένας άλλος του τάφος. Στους Δελφούς δείχνονταν ο τάφος του
Διονύσου (ή ενός αρχαίου Θνήσκοντος Θεού που τον διαδέχεται ο Διόνυσος), κι ο
τάφος του Κρόνου, προσταδιακής μορφής του Θνήσκοντος Θεού, βρισκόντανε στη
Σικελία. Ο Εριχθόνιος κι ο Ασκληπιός, που η ιστορία τους παρουσιάζει τύπους
Θνήσκοντος Θεού, είχαν τούς τάφους τους κι αυτοί, ο πρώτος στην "Ακρόπολη
των Αθηνών και στην Επίδαυρο ο άλλος. Ο Άρης, αρχαιότερα γονιμικός θεός, είχε
ένα τάφο του στη Θράκη, την παλιά του πατρίδα. Τάφοι άλλων θεών, πού δεν
παρουσιάζουν τύπους Θνήσκοντος Θεού, χρωστιούνται, άλλοι στο ζήλο των
Ευημεριστών κι άλλοι στην πολεμική των Χριστιανών, πού ''καταγελώσι μεν τών
προσκυνούντων τόν Δία, επεί τάφος αυτού εν Κρήτη δείκνυται, ούδεν δ' ήττον
σέβουοι τόν άπό τάφου, ούκ είδότες πώς και καθό Κρήτες τό τοιούτον ποιούσι''.
Το
σχέδιο του Λαβυρίνθου σχετίζεται με τη λατρεία του κρητικού Θνήσκοντος Θεού·
ξαναβρίσκεται στο "Θόλο" του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και, σα
σχηματική παράσταση (του τύπου τής "σβάστικας") στην ορχήστρα του
θεάτρου του Διονύσου,πού άπό τό Θείο Δράμα του ανακλαδίζουνται ή Τραγωδία· κ' η
Κωμωδία. Έτσι δεν είναι χωρίς σημασία οτι το σχέδιο του Λαβυρίνθου (σε σχήμα
"σβάστικας" κ' εδώ) βρίσκονταν στο δάπεδο του προ-ιουστινιάνειου ναού
τής Βηθλεέμ —μπροστά στο οκτάγωνο χτίσμα πού σκέπαζε το ιερό άντρο τής Γέννησης
κ' είχε τον τύπο ταφικού ναού— και πώς ο ναός του Παναγίου Τάφου, πού χτίστηκε
από τον Μόδεστο τό 630 μ. Χρ., παρουσίαζε στο αρχιτεκτονικό σχέδιό του τον τύπο
του Λαβυρίνθου (Εικ. 1). Την ερμηνεία του Λαβυρίνθου εδώ τη δίνει ο σπηλαιϊκός
χαραχτήρας του Θείου Τάφου. Ατόφια σπήλαια είναι ο τάφος του Δία στην
"Ίδη, ο τάφος του Άττι στον Πεσσινούντα και, πιθανότατα, ο τάφος τού Άδωνι
στη Βηθλεέμ — το σπήλαιο όπου γεννιέται το Θείο Βρέφος της νέας θρησκείας.
Ομοιώματα σπηλαίων είναι ο τάφος του Βήλου στη Βαβυλώνα, οι τάφοι των ομόλογων
θεών της Μεσοποταμίας, ο τάφος του Διονύσου στους Δελφούς, κι ο τάφος του
Ιησού, πού, σκαμμένος στο βράχο (Συνοπτικοί), είναι του γνώριμου στην
Παλαιστίνη σπηλαιϊκου τύπου τάφος. Οι δυο γραμμές μας, του Λαβυρίνθου και του
Σπηλαίου, ενώνουνται εδώ, γιατί ο Λαβύρινθος δεν είναι παρά σχηματική παράσταση
του Σπηλαίου. Το σπήλαιο λογιέται Πύλη των Δυο Κόσμων, και, (καθώς στο βάθος
του τελούνται οι αρχέγονες τελετές του συμβολικού Θανάτου και Ξαναγεννημού τής
Φυλετικής πρώτα και τής Θιασικής ύστερα Μύησης), τω εσωτερικό του, όσο κ η
σχηματοποίηση του στο Λαβύρινθο, παρασταίνουνε το δρόμο που οδηγά από τον Ένανε
στον Άλλο Κόσμο. Αν, τώρα, το Σπήλαιο κ' η σχηματική του παράσταση ακολουθούν
τον Τάφο του Θεού με τόση επιμονή, δεν είναι χωρίς λόγο. Οι μακρινότερες ρίζες
του Θείου Δράματος, πού αρχίζει να διαμορφώνεται ύστερα από τη Νεολιθική Εποχή,
σκαρφαλώνουνε στις Μυητικές Τελετές των Λαβυρινθικών Σπηλαίων των παλαιολιθικών
αιώνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου