«
…το κορμί μου σαν σφάγιο
την
ανάσα του δίνει»…
Μια
διαδρομή πολλών χρόνων στην ποίηση δεν είναι βέβαια ένα μικρό γεγονός, συνιστά
αντίθετα μιαν υπεύθυνη αξονική τομογραφία ποικίλων ροπών, ροών, τάσεων,
εντάσεων, του ίδιου του ποιητικού λόγου και συνακόλουθα της εκφραστικής του..
Ένα συναξάρι, σημείο συνάντησης στον βωμό του γνήσιου ποιητικού πάθους ή της
«ιεράς μανίας» κατά Πλάτωνα, αυτής που κατορθώνει να αποκρυσταλλώνει και να
δίνει μορφή και ανάσα στην σμίλη, το κοφτερό εργαλείο του ποιητή και του
καλλιτέχνη για να κατεργαστεί στο εργαστήρι της ψυχής του το μοναχικό και
απαραβίαστο, το λίθο, το μάρμαρο, το ξύλο, το μέταλλο τούτης της περιπέτειας
της ανθρώπινης, που ονομάζουμε ΖΩΗ. Ο Κώστας Ευαγγελάτος πότε με την ποίηση,
πότε με το χρώμα εκπυρσοκροτεί με της ψυχής του το σώμα, και το αίμα, με τη « γεωγραφία
των αισθήσεων, τη γεωμετρία της φαντασίας», διαιωνίζοντας στην κιβωτό του το
νάμα και το φως. Κι’ όλα αυτά « με θεία ισορροπία και ανάλαφρο αποτύπωμα» σε
μια σφίζουσα και πάλουσα γλώσσα, εργαλείο συνείδησης και λυκαυγή παλμό των
δρώντων και των δρωμένων. Ο πόνος που γίνεται δύναμη, η πυρίκαυστη λάβα της
εγκαυστικής του το σημείο συνάντησης, η οδυνηρή χαρά και η ηδονή της οδύνης που
δονεί τον αναγνώστη που κοινωνεί και συλλειτουργεί με τον ίδιο τον ποιητή:
«Ξένοι
και μόνοι φεύγουμε
μετρώντας
το κενό»…..
«ΠΟΛΥΣΜΙΓΟΣ
ΑΙΝΟΣ» λοιπόν. Ποίηση μέσα από την ίδια την ποίηση, λόγος ερωτικός, « Πόνος και
Σταύρωση», και χαρμολύπη, μα κι έπαινος και δοξολογία, ύμνος πάνω στο σπάνιο
είδος του έλατου, που αιώνες τώρα φυτρώνει στις πλαγιές του πατρογονικού Αίνου,
πανέμορφου βουνού της Κεφαλληνίας, αλλά και σφουμάτο ψυχής, αρμονική ένωση και
διαβάθμιση των σκιών με φωτεινά μέρη του σχεδίου, σφουμάτο μαζί με το ξίφος, η
κάθαρση και το επέκεινα. Κοφτερές αιχμές και μελλούμενα μαρτύρια, αίτιο και
αιτιατό, σημαίνον και σημαινόμενον, κοντολογίς ένα λυρικό και λυγμικό
οδοιπορικό του καταξιωμένου ζωγράφου και ποιητή που κατέχει καλά τη ρήση « το
μυστικό της αληθινής τέχνης είναι να κρύβει την τεχνική». Στην περίπτωση του
Κώστα Ευαγγελάτου έχουμε να κάνουμε με το πεδίο βολής ενός καλλιτέχνη που
διαρκώς ανανεώνει τα εκφραστικά του μέσα και που το σχέδιο και η εικόνα
συμβαδίζουν και συλλειτουργούν με τον στίχο, αρμονικά, δίχως να συσκοτίζουν και
να περισφίγγουν η μια μορφή της τέχνης, ζωγραφική, την άλλη της ποίησης, κι
αυτό γιατί η αληθινή τέχνη έχει σαν σκοπό και σαν όραμα και σαν λειτουργία και
αποστολή την ελευθερία και την αυτοτέλεια, έστω κι αν είναι ενιαία και
αδιαίρετη. Υπάρχουν ποιήματα στο corpus του Κώστα Ευαγγελάτου που προσδιορίζουν
από απόψεως αισθητικής τα διαδοχικά βήματα έκφρασης και απόδοσης του έργου,
δίχως βαρύγδουπες εκφράσεις, κι έτσι απλά και ανεπαίσθητα προσδιορίζουν και
καταγράφουν όλη αυτή την έξοχη περιπέτεια του έργου και γίνονται μάρτυρες και
μαρτυρία, αίμα γραφής και « δάκρυ αγνότητας της τέχνης», ατραπός και μπόλιασμα
και ενορχήστρωση πάθους, χαρακτηριστικό του κομβικού σημείου γνωριμίας και
αίσθησης, μαζί βέβαια και με την απαλότητα και ευαισθησία, την αισθησιακή οσμή
και γεύση των « τεθλασμένων σωμάτων» και « τους ίσκιους των κορμιών ηδονικών».
Το μάθος και το πάθος, η μνήμη και η γνώση, η ολάνθιστη γύρη του κήπου, η
σπηλιά και το έρεβος, το πάθος: «γυμνοί να ερωτευτούμε την Αλήθεια» που συνιστά
την εξορία της λήθης κι επιστροφή από τα ξερονήσια της μνήμης, του αγώνα, της
πιο φλύαρης γλώσσας της σιωπής, η αυτογνωσία και η εξομολόγηση των ονειροπόλων:
«Της
νιότης είμ’ ατσάλινος φρουρός
και
της Ανάστασης ο πύρινος μαστός»
Η
ποίηση του Κώστα Ευαγγελάτου είναι το μέτρο μέτρησης των αντοχών μας, η
εσωτερική πλοήγηση στους κραδασμούς της ψυχής, το σφαλάγγι εκείνο που στα
πλοκάμια του βροντοφωνάζει:
«θέλω
ουσία και καρδιά
Θέλω
φωτιά και δάκρυ».
Εδώ
λοιπόν στο σημείο μηδέν συνυπάρχουν η εύρεση και η απώλεια, ο κρατήρας του
ηφαιστείου που όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ποιητής « σμιλεύει στη λάβα την
Αγάπη». Στίχοι απλοί, λιτοί, συμπυκνωτικοί, με ξεχωριστό ύφος και ήθος αλλά και
σημείο συνάντησης του παλιού με το νέο, παράλληλα και μια ακροβασία στο σφάγιο,
στο ουρλιαχτό του αδικοχαμένου ζώου, το νήμα και το σήμα χωρόχρονων στιγμών
αγρύπνιας, απολέπιση της ελπίδας λεπίδας, φόβος και τρόμος στην άβυσσο των
αισθήσεων, αλλά και παράλληλη συμπόρευση του νόμου με τη δικαιοσύνη με την
αρχαία τους έννοια, τότε που ταυτίζονταν ο νόμος με τη δικαιοσύνη και το ήθος
αλλά και απόμακρες φωνές και παραδόσεις της νομικής όπου σπούδασε ο ίδιος, να
μιλούν για ηθική βλάβη, βία, κυρώσεις του νόμου, λέξεις που γίνονται μπόλιασμα
« στις κοφτερές λεπίδες του γκρεμού» όπου αποκαλύπτονται τα μυστικά και
μεταφέρουν τον κορμό «στο φέρετρο της ηδονής» με τη φαρέτρα ν’ αποκαλύπτει και
ν’ ανακαλύπτει τα μυστικά έτσι που αποδεικνύουν και επικυρώνουν και επαληθεύουν
τη ρήση του Ελύτη σε μια συλλογή του «Η μόνη αλήθεια είναι ο θάνατος» αλλά και
στις τελευταίες του καταθέσεις που συμπληρώνει « μα η Αλήθεια μόνον έναντι
θανάτου δίδεται». Μέσα από τους στίχους του Κώστα Ευαγγελάτου παρελαύνουν
πρόσωπα της Ιστορίας και του Μύθου με αλληγορικές και παραβολικές σημασίες και
έννοιες: η μούσα Κλειώ και ο Ολοφέρνης, ο Σαμψών και η Δαλιδά, η Κλεοπάτρα και
ο Άγιος Πέτρος, σε μια συνάντηση σωμάτων και ψυχών, ένα προσκλητήριο κι ένα
σιωπητήριο, μια τραγική εξιστόρηση του ανθρώπινου όντος στο διάβα του χρόνου
αλλά παράλληλα ένας ύμνος του διαμετρήματος του ανθρώπου στην «άνω θρώσκων»
πορεία του. Μια πορεία «εν» συναισθημάτων, “ένας τυφλός” που κινείται σε παράλληλους
δρόμους του Τάσου Λειβαδίτη και που απολογείται με λόγια πικρά μα πέρα για πέρα
αληθινά και ενώνει τόσα και τόσα αντίθετα μέσα από ένα υγρό φθινόπωρο γεμάτο
μνήμες και σπαράγματα:
«Βρέχει.
Στο
διψασμένο χώμα
μοσχοβόλισε
Φθινόπωρο.
Με
την αφή θωπεύω τους κορμούς.
Μαντεύω
ονόματα και λόγια της Αγάπης
Βρισιές
και σύμβολα του sex..»
Ο
« Πολύσμιγος Αίνος» είναι μια μαρτυρία, μια σφυροβολία αισθημάτων και
αισθήσεων, οραμάτων και διαψεύσεων, φωτός και σκότους. Η διαφορετική προσέγγιση
στο επέκεινα, χάραγμα και απoασφαλισμός της χειροβομβίδας του αίματος του
γενεσιουργού πάθους, μια ανάδυση σε ονόματα, ερωτικές πράξεις, ανήλιαγες
κορφές, κραυγές, ριπές, κροταλισμούς πυροβόλων αλλά και:
«Μοτίβα
αναδυόμενα
αρχαικού
βωμού
σε
γάργαρα ποτάμια
γενναίου
ξεσηκωμού»
Ομοιοκατάληκτοι
στίχοι που προσδίδουν μουσικότητα και ρυθμό, φόρτιση και διαύγεια και φορτία, «
ξίφη κοφτερά και φωτεινά» στροβιλισμούς του πάνω με τον κάτω κόσμο. Η ιστόρηση
μιας άλλης δημιουργίας τρανή επιβεβαίωση της αλησμόνητης Ουράνας Διοματάρη
πώς:« ο ποιητής γράφει την ιστορία του κόσμου» την αυθεντική, « ακλόνητη, βουβή
και μόνη», μέσα στα ορυχεία της σιωπής και της οδύνης, έξω και πάνω και πέρα
από συμβατικότητες λογής και καθωσπρεπισμούς συνακόλουθους, είναι η φωνή της
επανάστασης του και το συλλείτουργο της αλήθειας.
«
Ωκεανός του απείρου ο λυτρωμός.
Σύννεφο
της στιγμής ο Θάνατος.
Ζήτω
της ηδονής ο τολμηρός.
Ζήτω
της Αγάπης ο Αθάνατος!»
Ποίηση
σύληση των ευτελών. Ποίηση συν-γένεση του πάθους. Ποίηση Στύλος των μοναχικών
και των πικραμένων. Ποίηση σκίρτημα στα φράγματα των θάμνων, αυτό είναι το
πολύτιμο και πολύχυμο σώμα και αίμα του Κώστα Ευαγγελάτου και οι μορφές των
σχεδίων του λυπημένες μα και ακράδαντα στο στόχο και αταλάντευτα πιστές μέχρι
θανάτου στα ιδανικά τους. Πολλές φορές προσλαμβάνουν την αίσθηση ενός γλυπτού ή
μιας σύνθεσης όπου κατορθώνουν και συνυπάρχουν αντιθετικά σχήματα και μορφές ή
συμπληρώνουν τις ελλείψεις του άλλου ή και συνιστούν ένα δέντρο, σημείο
εκκίνησης και απολογισμού μιας πορείας :
«όπου
ελλοχεύουν
κεφάλια
χαραγμένα
ανφάς,
προφίλ, σκυφτά
με
μέλη σιδερένια
σε
δρόμο που αλυχτά»…
Ένα
μάτι που σε κοιτά σαν τύψη και σαν Ερινύα αλλά και σαν ερωτικό κάλεσμα,
πρόκληση και πρόσκληση ένα στήθος, μια σύζευξη πάθους και λάθους, σημείο
αναφοράς και ολοκαυτώματος:
«κάτω
απ΄τα φώτα των κλαυθμών
στην
άβυσσο των χνώτων»
Ο
« Πολύσμιγος Αίνος», εκδόσεις “Συλλογές”, Αθήνα 2014, είναι ένα σημείο
συνάντησης αλλά και απoχωρισμού, ένα θραυσματικό πεδίο βολής, μια φωτοσκίαση
της ζωής και του θανάτου, το νυχτερινό φωτάκι μιας πυγολαμπίδας που
επαναλαμβάνει με ρυθμό παλιάς κεφαλονίτικης μαντολινάτας το σπάραγμα-επωδό ενός
δίσκου που η κεφαλή του επιμένει πεισματικά να λέει:
«Ήρθαμε
μόνοι κι αδειανοί στης παραλίας τα βράχια.
Ξένοι
και μόνοι φεύγουμε μετρώντας το κενό.»
Μήπως
η χαλασμένη κεφαλή στο «πικ-απ» της ζωής μας δεν είναι τίποτ΄ άλλο παρά η
αποδόμηση κι ο χαλασμός ενός σάπιου κόσμου, ή όπως γράφει ο ίδιος ο ποιητής
τόσο εύστοχα, μια ανάσκελη ζωή που «πλανιέται και θέλει να πνιγεί σε σώματα που
πάθος κυριεύει»;
Δ. Ι. ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ, Λογοτέχνης,
2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου