Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΖΑΚΥΝΘΟΣ



Τζιβάρα Παναγιώτα, Βενετοκρατούμενη Ζάκυνθος 1588-1594. Η νομή και η διαχείριση της εξουσίας από το Συμβούλιο των 150, Αθήνα 2009 [εκδόσεις Ενάλιος],  σ. 710, 17 Χ 24 εκ.  ISBN 978-960-536-416-8.
Στη Ζάκυνθο, βενετική κτήση από το 1484, η παρουσία του Γενικού Συμβουλίου μαρτυρείται ήδη στο τέλος του 15ου αιώνα. Η συγκρότηση του Μικρού Συμβουλίου, με αρμοδιότητες την αντιμετώπιση των θεμάτων και προβλημάτων που αφορούσαν την Κοινότητα του νησιού και την εκλογή των κοινοτικών αξιωμάτων, χρονολογείται μετά το 1542, με αρχικά 100 μέλη και στη συνέχεια με 150 εκλεγόμενα κατ’ έτος από το Γενικό Συμβούλιο. 

Λίγο μετά το τέλος του 4ου βενετοτουρκικού πολέμου, στον οποίο το νησί πλήρωσε το τίμημα με απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, αιχμαλωσίες και καταστροφές, και ενώ η Ζάκυνθος προσπαθούσε να ανασυγκροτηθεί, στο Συμβούλιο της Κοινότητας, στο οποίο συμμετείχαν ντόπιοι και πρόσφυγες, γαιοκτήμονες, στρατιωτικοί, έμποροι και χειρώνακτες, επικρατούσε αναστάτωση στην προσπάθεια μιας μερίδας να επιτύχει το κλείσιμο του σώματος. Στα άλλα νησιά, παρόμοιες φωνές είχαν ακουστεί νωρίτερα και η Βενετία είχε δεχθεί τον αποκλεισμό των χειρωνακτών. Το 1576 το Συμβούλιο των 150 ζήτησε από τη βενετική Γερουσία την άδεια να λειτουργεί όπως το αντίστοιχο Συμβούλιο της Κέρκυρας, σε μια προσπάθεια «κάθαρσης» ή «εξευγενισμού» του σώματος, κατά το κερκυραϊκό πρότυπο. Η Βενετία όμως αρνήθηκε, και τον Ιούνιο του 1578 το Συμβούλιο των 150, σε μια προσπάθεια ελέγχου και περιορισμού των δικαιουμένων συμμετοχής σε αυτό και κατόχων του τίτλου του πολίτη, τροποποίησε την εκλογική διαδικασία ανάδειξής του, αναγνωρίζοντας στα μέλη του το αποκλειστικό δικαίωμα συμμετοχής στην ψηφοφορία για την εκλογή των μελών του Συμβουλίου του επόμενου έτους (αυτοανανέωση). Η πράξη αυτή έγινε χωρίς να γνωστοποιηθεί στη Βενετία και εφαρμόστηκε έως το καλοκαίρι του 1594, οπότε ορισμένα μέλη του Γενικού Συμβουλίου, που είχαν αποκλειστεί από τις εκλογές για τη συγκρότηση του νέου Συμβουλίου, κατήγγειλαν το γεγονός και η βενετική Γερουσία όρισε το 1595 την επιστροφή στην προηγούμενη εκλογική διαδικασία, αποδίδοντας ξανά τον κυρίαρχο ρόλο στο Γενικό Συμβούλιο της Κοινότητας.

Στο βιβλίο αυτό μελετώνται και περιγράφονται οι λειτουργίες του Συμβουλίου των 150 κατά την περίοδο 1588-1594, δέκα χρόνια μετά την αυτονόμησή του και λίγο πριν από την επιστροφή στην κανονικότητα, όπως προκύπτουν από μια συγκεκριμένη ιστορική πηγή, οι πληροφορίες της οποίας διασταυρώθηκαν με άλλες για τη σύνθεση της εικόνας πριν και μετά από την εξεταζόμενη περίοδο.

Αφορμή για τη μελέτη του θέματος υπήρξε ο εντοπισμός στο Αρχείο της Κέρκυρας του βιβλίου των Πρακτικών των συνεδριάσεων του Συμβουλίου των 150 της περιόδου 1587-1594. Το βιβλίο των Πρακτικών του Συμβουλίου αποτελεί μια πηγή ανεκτίμητης σπουδαιότητας για την ιστορία της Ζακύνθου, η οποία το 1953 εξαιτίας της σεισμοπυρκαγιάς έχασε, πέρα από τους ανθρώπους και τα κτίσματα, και ένα μεγάλο μέρος των αρχειακών της θησαυρών. Το βιβλίο των Πρακτικών καλύπτει μια σύντομη χρονική περίοδο της λειτουργίας του Συμβουλίου, εξαιρετικά όμως ενδιαφέρουσα για την ιστορία της Ζακύνθου και γενικότερα για τη λειτουργία του κοινοτικού θεσμού, αφού πρόκειται για την περίοδο κατά την οποία άλλαξε η διαδικασία ανάδειξης του Συμβουλίου και δρομολογήθηκαν όλες εκείνες οι ενέργειες για το κλείσιμο του Γενικού Συμβουλίου. Το γεγονός αυτό προσδίδει στο βιβλίο των Πρακτικών ιδιαίτερη σημασία, αφού μέσα από αυτό δίνεται η δυνατότητα ενδελεχούς διερεύνησης της δομής του Συμβουλίου, της εκλογικής διαδικασίας, της γνωριμίας των υποψηφίων για τη συγκρότηση του σώματος των 150, της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων στα κοινοτικά αξιώματα και των προσώπων που τα καταλάμβαναν, και ακόμη της παρακολούθησης και τεκμηρίωσης της πορείας κάθαρσης της αριστοκρατικής τάξης.

Η μελέτη στηρίζεται επιπλέον στις δημοσιευμένες αρχειακές πηγές καθώς και σε νέο αρχειακό υλικό που προέκυψε από την έρευνα στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας, τη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, τη Βιβλιοθήκη του Πατριαρχικού Σεμιναρίου στη Βενετία, το σημερινό Αρχείο Ζακύνθου, το Αρχείο της Κέρκυρας.

Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, που φέρει τον τίτλο «Νομή και διαχείριση της εξουσίας στη Ζάκυνθο στο τέλος του 16ου αιώνα», σκιαγραφείται η αστική Κοινότητα της Ζακύνθου, η λειτουργία της, οι σχέσεις της με την τοπική και κεντρική βενετική Διοίκηση, τα ζητήματα που απασχόλησαν τον τόπο και η αντιμετώπισή τους. Το θέμα αναπτύσσεται σε έξι κεφάλαια με το ακόλουθο περιεχόμενο.

Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι πηγές στις οποίες στηρίχθηκε η εργασία, περιγράφεται το βιβλίο των Πρακτικών (κωδικολογικά και θεματολογικά), και δίνεται το γενικό περίγραμμα για τη διαμόρφωση του Γενικού Συμβουλίου της Κοινότητας μετά την βενετική κατάκτηση του νησιού και για τον ρόλο του ως πόλου εξουσίας δίπλα στην τοπική βενετική Διοίκηση.

Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετάται το Συμβούλιο των 150 κατά την περίοδο 1588-1594. Αρχικά παρουσιάζονται οι φάσεις περιχαράκωσης του Συμβουλίου, από την απόφαση για την αυτοανανέωση των μελών του το 1578 έως τον αποκλεισμό των χειρωνακτών το 1589, και περιγράφεται η στάση των αποκλεισμένων που οδήγησε στην έντονη αντίδραση του 1594 και στην επαναφορά του κυρίαρχου ρόλου του Γενικού Συμβουλίου. Στο ίδιο κεφάλαιο μελετάται, με βάση τους εκλογικούς καταλόγους των Πρακτικών, η σύνθεση και η λειτουργία του Συμβουλίου. Αναλυτικότερα, περιγράφεται η εκλογική διαδικασία, η συμμετοχή και η αποχή των μελών από τη διαδικασία ανανέωσης του σώματος και επιχειρείται η «ακτινογράφηση» των ομάδων υποψηφίων που διακρίνονται στους καταλόγους. Οι υποψήφιοι εντάσσονται σε επαγγελματικές κατηγορίες και διερευνάται η συμμετοχή τους στις γνωστές φατρίες του νησιού.

Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αξιώματα, την ευθύνη για την πλήρωση των οποίων είχε το Συμβούλιο των 150. Περιγράφονται 21 κοινοτικά αξιώματα, τα οποία απαντούν στα Πρακτικά και δίνονται όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις αρμοδιότητες των αξιωματούχων, τον χρόνο και τη συχνότητα εκλογής, τις αμοιβές, το πλαίσιο λειτουργίας τους, τη συγκυριακή ή μόνιμη παρουσία τους στην Κοινότητα.

Στο τέταρτο κεφάλαιο το ενδιαφέρον εστιάζεται στη διαχείριση των κοινοτικών προβλημάτων από το Συμβούλιο των 150. Τα Πρακτικά φανερώνουν ότι το Συμβούλιο, κατά την εξεταζόμενη περίοδο κλήθηκε να λύσει ή να προωθήσει και να υποστηρίξει στην κεντρική βενετική Διοίκηση ένα πλήθος ζητημάτων. Στα τακτικά προβλήματα που απασχολούσαν τους κατοίκους, όπως η προμήθεια σιτηρών, η εξασφάλιση πόσιμου νερού, η παρουσία γιατρού, η πληρωμή της δεκάτης των σιτηρών, προστέθηκαν και άλλα τα οποία επιβάρυναν τις συνθήκες ζωής των κατοίκων και απαιτούσαν επιτακτικά λύση. Αυτά ήταν: τα προβλήματα που προκάλεσε η επιβολή του νέου φόρου (nuova imposta) στην εξαγωγή της σταφίδας, η προσπάθεια εφαρμογής του νέου ημερολογίου το 1582, ο αποκλεισμός του αρχιεπισκόπου Διονυσίου Σιγούρου από τις εκλογές για την επισκοπή Κεφαλληνίας-Ζακύνθου, οι τοκογλυφικές πράξεις των Εβραίων, η απαγόρευση των μικτών γάμων από τον λατίνο επίσκοπο, το ζήτημα της παραχώρησης του ναού του Αγίου Ιωάννη στο Κάστρο στην Κοινότητα για τη δημιουργία γυναικείου μοναστηριού, το ζήτημα της καταβολής της προίκας, η συμπεριφορά του υπαλλήλου της Camera Fiscale Ιωάννη Γαβριηλόπουλου, οι απαιτήσεις του πριόρη του Λαζαρέτου, οι ζημιές που προκάλεσε ο σεισμός του 1591.

Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύεται το περιεχόμενο τριών κανονισμών, το κείμενο των οποίων περιλαμβάνεται στα Πρακτικά. Οι δύο πρώτοι κανονισμοί, θεματικά συγγενείς, αφορούν θέματα της αρμοδιότητας των προβλεπτών για την καθαριότητα και την ευπρέπεια των δρόμων της πόλης και του νησιού. Ο τρίτος κανονισμός περιλαμβάνει άρθρα που καθορίζουν τις υποχρεώσεις συγκεκριμένων επαγγελματιών μέσα από τα οποία διευκρινίζονται επίσης οι αρμοδιότητες και το εύρος της δικαιοδοσίας των αγορανόμων. Στα κείμενα αυτά περιγράφονται η οικοδομική δραστηριότητα στον Αιγιαλό και οι προσπάθειες ελέγχου, η καθαριότητα των δρόμων, οι κανόνες υγιεινής που έπρεπε να τηρούνται, η εμπορική δραστηριότητα του τόπου.

Το πρώτο μέρος κλείνει με την αλφαβητική παράθεση 361 βιογραφικών σχεδαρίων των προσώπων που αναφέρονται ως μέλη του Γενικού Συμβουλίου στο διάστημα 1587-1594. Στην ενότητα αυτή συγκεντρώθηκαν όλες οι διαθέσιμες αρχειακές και άλλες πληροφορίες, για τα βιογραφούμενα πρόσωπα, από τις οποίες διευκρινίζονται η οικονομική κατάσταση, η επαγγελματική δραστηριότητα, τα ενδιαφέροντα και η εν γένει δράση των προσώπων που διαχειρίστηκαν την εξουσία κατά το τέλος του 16ου αιώνα στη Ζάκυνθο.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου δημοσιεύονται τα Πρακτικά του Συμβουλίου, σύμφωνα με τους κανόνες της διπλωματικής μεθόδου.

Ακολουθούν οι Πίνακες. Στον πρώτο πίνακα, ο οποίος λειτουργεί ως πίνακας περιεχομένων του δημοσιευόμενου βιβλίου των Πρακτικών, καταγράφονται οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου, με σύντομη περίληψη των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, και τα άλλα έγγραφα που περιέχονται σε αυτό. Ο δεύτερος πίνακας περιλαμβάνει σε αλφαβητική σειρά τα ονόματα των υποψηφίων και των εκλεγμένων μελών του Συμβουλίου των 150, σε παράλληλες δε στήλες καταχωρίζονται οι θετικές ψήφοι πού έλαβε ο κάθε υποψήφιος στις εκλογές των ετών 1588-1594. Ο τρίτος πίνακας αφορά στις εκλογές των κοινοτικών αξιωμάτων και περιλαμβάνει τα ονόματα των εκλεγέντων καθώς και το αξίωμα στο οποίο εξελέγησαν την κάθε χρονιά. Τέλος, σε έναν τέταρτο πίνακα περιλήφθηκαν τα ονόματα των μελών του Συμβουλίου του έτους 1611, ώστε να φανούν οι αλλαγές που επήλθαν στη σύνθεση του σώματος μετά τη βενετική παρέμβαση του 1595 και την επιστροφή στην κανονική διαδικασία ανάδειξης των μελών του Μικρού Συμβουλίου.

Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την εξαντλητική παράθεση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας για την εξεταζόμενη περίοδο και το γενικό ευρετήριο.

Μέσα από τη μελέτη προβάλλει ανάγλυφα η Ζάκυνθος του τέλους του 16ου αιώνα, με τις αντιθέσεις της, τις φιλοδοξίες των κατοίκων της, τις φατρίες, αλλά και με τα μείζονα προβλήματα που αφορούσαν όλον τον πληθυσμό.

Η δημοσίευση του καταστίχου των Πρακτικών, έργο επίπονο όπως και κάθε άλλη δημοσίευση αρχειακής πηγής λόγω του όγκου αλλά και των δυσκολιών που οφείλονται όχι μόνον στη γραφή αλλά και στην εν γένει κατάσταση του χειρόγραφου τεκμηρίου, αποτελεί συμβολή στην έρευνα και μελέτη του βενετοκρατούμενου ελληνικού χώρου: εμπλουτίζει το σώμα των δημοσιευμένων πηγών, το οποίο ειδικά για τη Ζάκυνθο είναι εξαιρετικά λειψό λόγω της καταστροφής του 1953, και προσφέρει στους μελετητές μια πρωτογενή πηγή, αναγκαία όχι μόνον για εκείνους που ασχολούνται με την ιστορία του κοινοτικού θεσμού, αλλά και για όσους ασχολούνται με την κοινωνική οργάνωση, το εμπόριο και την οικονομία.

Η νέα πηγή, που έχουμε πλέον στα χέρια μας, επιβεβαίωσε όσα ήταν γνωστά από έμμεσες πηγές για τα γεγονότα του 1578. Έδωσε όμως επιπλέον τη δυνατότητα να διαγραφεί η ταυτότητα της κυρίαρχης ομάδας καθώς και της ομάδας των αποκλεισμένων. Τα Πρακτικά αποκάλυψαν επίσης προτάσεις και αποφάσεις των μελών του Συμβουλίου για το ερμητικό κλείσιμο των θυρών του, ώστε να αποτραπεί η είσοδος νέων μελών, οι οποίες μαρτυρούν ώριμες από καιρό αριστοκρατικές τακτικές. Η δραστική απόφαση για την αυτοανανέωση του Συμβουλίου επομένως, δεν ήταν παρά η αρχή για την περιχαράκωση της ιθύνουσας κοινωνικής τάξης.

Η διαπίστωση ότι στα κείμενα των Πρακτικών δεν υπάρχει ούτε καν υπαινιγμός για την ύπαρξη δυσαρέσκειας ή διαμαρτυρίας από τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου και ειδικά από τους συστηματικά αποκλειόμενους, δεν θα πρέπει να παραξενεύει. Η απόλυτη σιωπή οφείλεται προφανώς στην ταυτότητα των συντακτών των Πρακτικών. Η «φωνή» των Πρακτικών και η άποψη που εκφράζουν αφορούν μόνο την κυρίαρχη μερίδα. Το κείμενο των Πρακτικών πρόσφερε λοιπόν το υλικό για τη μελέτη των συμπεριφορών και των νοοτροπιών της προνομιούχας μερίδας, δίνει όμως και την αφόρμηση για την προσεκτικότερη μελέτη της άλλης μερίδας, της οποίας η σιωπηλή 17ετής παρουσία, χωρίς αντιδράσεις και δημόσιες καταγγελίες, δεν δικαιολογεί το ξέσπασμα του 1594, το οποίο έτσι υποβαθμίζεται σε συγκυριακό ή υποκινούμενο από τα προσωπικά συμφέροντα λίγων προσώπων που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Τα βιογραφικά σχεδάρια, τέλος, παρά την ανισομέρειά τους, συνέπεια της έλλειψης πληροφόρησης για πολλά από τα βιογραφούμενα πρόσωπα, αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για τη σκιαγράφηση της ζακυνθινής κοινωνίας του τέλους του 16ου αιώνα, και τη βάση για τη σύνθεση μιας ζακυνθινής προσωπογραφίας, με τη μεταγενέστερη προσθήκη των νέων πληροφοριών που μελλοντικά η έρευνα θα φέρει στο φως.

Αναρτήθηκε από τον ΣΠΥΡΟ ΚΑΡΥΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου