Τα «καλά χαρτιά» δεν τα βρίσκει κανείς μόνο στο Χρηματιστήριο. Και οι μετοχές, τα ομόλογα και τα αμοιβαία κεφάλαια δεν είναι οι μοναδικές κινητές μορφές επένδυσης. Οπως και οι δημοπρασίες δεν αφορούν μόνο τους κρατικούς τίτλους. Τα σπάνια βιβλία, τα προσωπικά αρχεία σημαντικών προσώπων, σπάνια περιοδικά και παλαιά έντυπα αποτελούν για έναν περιορισμένο μάλλον αριθμό ανθρώπων μια σπουδαία μορφή επένδυσης. Μοιάζουν με το παλιό κρασί: όσο περνούν τα χρόνια τόσο καλύτερο γίνεται και τόσο περισσότερο ανεβαίνει η τιμή τους. Για να μυηθεί κανείς στα μυστήρια του μικρού κύκλου των «επενδυτών» του «παλιού χαρτιού» απαιτείται να έχει τρία βασικά στοιχεία: χρήματα, γνώση και μεράκι.
Το χρονικό εύρος της αγοράς εκτείνεται από το 1498, όταν εμφανίζονται τυπωμένα ελληνικά κείμενα, ως κατά τεκμήριο τα μέσα του περασμένου αιώνα. Στην αγορά των σπάνιων και παλαιών εντύπων κανένας δεν μπορεί να μιλήσει με «σταθερές», δεδομένου ότι είναι αρκετά τα στοιχεία εκείνα που την προσδιορίζουν. Οι δημοπρασίες, πέντε - έξι, που γίνονται κάθε χρόνο από δύο βασικούς εμπόρους, τους κκ. Π. Βέργο και Κ. Σπανό, είναι ίσως οι μόνες που μπορούν σε πολύ γενικές γραμμές να αναδείξουν ορισμένες «σταθερές» αυτής της αγοράς. Η πώληση ενός σπάνιου βιβλίου κατά τη διάρκεια μιας δημοπρασίας σε συγκεκριμένη τιμή αποτελεί μια σχετική «σταθερά», δεδομένου ότι μπορεί σε μια άλλη περίπτωση, σε άλλη χρονική στιγμή, να μην ισχύει.
Για παράδειγμα, εφέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από τη δολοφονία του Ρήγα Φεραίου. Ο πιο σημαντικός μελετητής του θεσσαλού επαναστάτη ήταν ο μακαρίτης καθηγητής Λ. Βρανούσης, ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 1950 κατέγραψε και εξέδωσε σε ένα δίτομο έργο τα ευρήματά του σε μελέτη. Πρόκειται για μια έκδοση που δεν έχει επανεκδοθεί, θεωρείται σπουδαία αλλά και σπάνια. Η τιμή ενός αντίτυπου αυτής της έκδοσης είναι γύρω στις 50.000 δρχ. Δεν είναι όμως βέβαιο αν θα είναι ίδια η τιμή του τον επόμενο ή τον μεθεπόμενο χρόνο, όταν η επικαιρότητα της επετείου δεν θα δικαιολογεί την αυξημένη τιμή για την απόκτηση του βιβλίου αυτού.
Αντιθέτως τα φυλλάδια με ποιήματα του Καβάφη ή πολύ περισσότερο τα χειρόγραφά του ορισμένα πρόκειται να βγάλει στην επόμενη δημοπρασία ο κ. Βέργος αποτελούν σταθερές αξίες διαρκώς αναβαθμιζόμενες.
Πώς προσδιορίζεται η τιμή γενικώς ενός εντύπου; Υπάρχουν επτά παράγοντες που διαμορφώνουν την τιμή του: πρώτον, ασφαλώς το περιεχόμενο του εντύπου· δεύτερον, η κατάσταση στην οποία βρίσκεται (αν έχει υποστεί φθορά και πόση είναι)· τρίτον, σε πόσα αντίτυπα είχε πρωτοεκδοθεί και πόσες εκδόσεις έχει κάνει ως σήμερα· τέταρτον, ποια είναι η ιστορία της έκδοσής του· πέμπτον, πόσο διαδεδομένο είναι· έκτον, πότε εκδόθηκε· έβδομον, τι ζήτηση έχει. Το τελευταίο στοιχείο, όπως είναι φυσικό, είναι και το πλέον κρίσιμο, αφού σε μια ελεύθερη αγορά η ζήτηση παίζει τον πιο αποφασιστικό ρόλο. Οι ανατυπώσεις επίσης παλαιών βιβλίων ρίχνουν την τιμή τους.
Σε κάθε περίπτωση όμως οι πρώτες εκδόσεις μοιάζουν με «blue chips», αν θα ήθελε να κάνει κανείς παραλληλισμούς με την αγορά των χρηματιστηριακών χαρτιών. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Σπανός, μια έκδοση έργου του Αριστοτέλη του 16ου αιώνα μπορεί να βρεθεί και με 150.000 δρχ., η πρώτη έκδοση όμως του Αλδου Μανούτιου του 1498 δεν πωλείται λιγότερα από 5.000.000 δρχ!
Στον χώρο του ελληνικού βιβλίου μπορεί κανείς να διακρίνει δύο βασικές κατηγορίες: πρώτον, τις σπάνιες εκδόσεις και, δεύτερον, τα παλαιά βιβλία. Οι σπάνιες εκδόσεις εκτείνονται χρονικά ως και τα μέσα του περασμένου αιώνα και είναι κυρίως κείμενα παραγόντων του ελληνικού διαφωτισμού που είχαν εκδοθεί σε κέντρα της ελληνικής διασποράς (Βιέννη, Λειψία, Τεργέστη κλπ.) ή ταξιδιωτικά βιβλία ξένων περιηγητών στην Ελλάδα, που εικονογραφούνται με χαρακτικά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το τιράζ των εντύπων ως και το τέλος των βαλκανικών πολέμων δεν ήταν μεγαλύτερο των 1.000 αντιτύπων ενώ από το 1913, όταν το ελληνικό κράτος υπερδιπλασιάσθηκε και ως εκ τούτου αυξήθηκε ο πληθυσμός του, το τιράζ της πρώτης έκδοσης αυξήθηκε σε 2.000 αντίτυπα. Από τότε ουσιαστικά, επισημαίνει ο κ. Βέργος, μιλούμε για «παλαιό βιβλίο». Και φυσικά οι τιμές τους, σε γενικές γραμμές, διαφοροποιούνται προς τα κάτω. Το «μεράκι» και το κέφι είναι κυρίαρχα στοιχεία στη μεγάλη πλειονότητα των αγοραστών παλαιών βιβλίων. Ασκούν μια εξαιρετική γοητεία σε όσους τα «πλησιάζουν», υποστηρίζει η κ. Τζία Νασιώτη, που η παρουσία της στον χώρο του παλαιού βιβλίου αποτελεί οικογενειακή παράδοση.
Στην κατηγορία των «παλαιών βιβλίων» εντάσσονται φυσικά και νεότερα βιβλία, κυρίως μετά το 1974, «από δεύτερο χέρι», δηλαδή μεταχειρισμένα. Αυτά μπορεί να τα βρει κανείς σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές στα παλαιοβιβλιοπωλεία, ίσως και χαμηλότερα από το 1/4 της κανονικής τους τιμής. Ο κ. Σπανός υποστηρίζει ότι τα ιστορικά αλλά και τα τοπικής αναφοράς βιβλία, των πρώτων εκδόσεων πάντα, είναι εκείνα που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση και φυσικά τη μεγαλύτερη αξία.
Τα παλαιά περιοδικά είναι μια ξεχωριστή περίπτωση και η τιμή τους εξαρτάται από το αν είναι σειρά ή μεμονωμένα και σκόρπια τεύχη. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παλαιά περιοδικά, που εκδόθηκαν στα μέσα του περασμένου αιώνα («Κλειώ», «Πανδώρα», «Ευτέρπη», «Παρθενών» κλπ.) αξίζουν κυρίως ως εκδόσεις. Δεν προσφέρουν σχεδόν τίποτε στην εξέλιξη των ιδεών στην ελληνική κοινωνία.
Τα περιοδικά που είναι περιζήτητα και οι τιμές τους διαμορφώνονται σε υψηλά επίπεδα είναι τα «αιρετικά» στην εποχή τους. Αυτά των οποίων οι ιδέες συγκρούονται με τις κατεστημένες αντιλήψεις, προκαλούν αντιπαραθέσεις και διαμορφώνουν ιδεολογία. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν η «Εφημερίς των Κυριών» και κυρίως ο περίφημος «Νουμάς» του Ταγκόπουλου, μέσω του οποίου διεκπεραιώθηκε στην ελληνική κοινωνία ο δημοτικισμός και η σοσιαλίζουσα λογοτεχνία των δύο πρώτων δεκαετιών του αιώνα μας.
Στην περίοδο του Μεσοπολέμου παρατηρείται έκρηξη των ιδεών και κατά συνέπεια των λογοτεχνικών περιοδικών και εκδόσεων. Τα πιο δυσεύρετα περιοδικά είναι αυτά που αναφέρονται στις αριστερές αντιλήψεις. Τα αντίτυπα είναι ελάχιστα και ο λόγος είναι προφανής. Η δικτατορία του Μεταξά έκαψε και πολτοποίησε γενικά το αριστερό και προοδευτικό βιβλίο και περιοδικό. Για παράδειγμα, περιοδικά όπως είναι οι «Πρωτοπόροι», οι «Νέοι Πρωτοπόροι», η «Νέα Επιθεώρηση», το «Σήμερα» είναι ιδιαίτερα αξιόλογα λόγω των υπογραφών που περιέχουν, εξαιρετικά δυσεύρετα και φυσικά ακριβά. Η μετοχή «παλαιό βιβλίο» στο χρηματιστήριο της γνώσης είναι πολλές φορές ισχυρότερη ακόμη και από τα «καλά χαρτιά» της Σοφοκλέους. Πώς διαμορφώνονται οι τιμές των βιβλίων
ΑΝ ΚΑΙ η αγορά του παλαιού βιβλίου δεν διαθέτει «σταθερές», εκτός ελαχίστων περιπτώσεων που αφορούν σπάνιες εκδόσεις, είναι γεγονός ότι κατά κανόνα οι τιμές ανεβαίνουν, αποδεικνύοντας ότι η επένδυση σε βιβλία είναι παρακινδυνευμένη μεν, αποδοτική δε. Υπάρχουν παλαιά βιβλία που πριν από έξι - επτά χρόνια οι τιμές τους ήταν εξαιρετικά χαμηλά, όπως είναι τα ιστορικά, και σήμερα η ζήτησή τους είναι μεγάλη και ως εκ τούτου οι τιμές έχουν ανεβεί αρκετά. Υπάρχουν όμως και κατηγορίες βιβλίων που οι τιμές τους έχουν ακολουθήσει αντίστροφη πορεία, όπως είναι τα θρησκευτικά και τα κλασικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας.
Εκτός από το Μοναστηράκι, όπου λειτουργούν πέντε - έξι αξιόλογα παλαιοβιβλιοπωλεία, όπου μπορεί κανείς να βρει αυτά που τον ενδιαφέρουν, υπάρχουν ακόμη το παλαιοβιβλιοπωλείο «Οχημα» στη Σόλωνος 62, το «Παλαιά και σπάνια βιβλία» στον 2ο όροφο της Μαυρομιχάλη 20 και το κατάστημα «Βιβλιοφιλία» στη Μαυρομιχάλη 7.
Πώς διαμορφώνονται οι τιμές; Ο παλαιοπώλης κ. Π. Βέργος λέει χαρακτηριστικά ότι π.χ. το βιβλίο του Δ. Καμπούργογλου «Αι Αθήναι που φεύγουν» με χαρακτικά του Λυκούργου Κογεβίνα πριν από πέντε - δέκα χρόνια δεν θα κόστιζε περισσότερο από 40.000 δρχ., ενώ σήμερα η τιμή εκκίνησής του στην επικείμενη δημοπρασία του βιβλιοπωλείου του είναι 60.000 - 80.000 δρχ. Επίσης το λεύκωμα του Ν. Συρίγου «Φάροι και φανοί της Μεσογείου», έκδοση του 1904, που πριν από λίγα χρόνια δεν θα κόστιζε πάνω από 5.000 - 10.000 δρχ. έχει σήμερα τιμή εκκίνησης 40.000 - 60.000 δρχ. Ο «Οδηγός των ναυτιλλομένων Ελλήνων» του Ι. Ησαΐα, έκδοση του 1863, έχει τιμή εκκίνησης 30.000 - 40.000 δρχ., ενώ πριν από λίγα χρόνια η τιμή του δεν θα ήταν μεγαλύτερη από 5.000 - 10.000 δρχ.
Τα ποιήματα του Καβάφη
Ακόμη και τα ποιήματα του Καβάφη, μεταξύ των οποίων και ορισμένα χειρόγραφα, που στην επόμενη δημοπρασία (η ημερομηνία της οποίας δεν έχει ακόμη ορισθεί) έχουν τιμή εκκίνησης 400.000 - 600.000 δρχ., ο κ. Βέργος αναφέρει ότι πριν από πέντε - δέκα χρόνια η τιμή τους δεν ήταν μεγαλύτερη από 100.000 δρχ. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπως είναι το «Αρχείο του Πρίγκιπα Ανδρέα, αδελφού του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α'» (προσωπικές επιστολές από τον υπασπιστή του) που η τιμή του προς το παρόν είναι απροσδιόριστη.
Ο κ. Κ. Σπανός, ένας από τους δύο επιχειρηματίες του χώρου που κάνουν δημοπρασίες παλαιών και σπάνιων βιβλίων, αναφέρει ότι στην προσεχή δημοπρασία ένας τόμος του Αλδου Μανούτιου, εξαιρετικά σπάνιος, έκδοση του 1501, βγαίνει με τιμή εκκίνησης 2,5 - 3 εκατ. δρχ. Η ίδια έκδοση πριν από μερικά χρόνια, λόγω της σπανιότητας, ουδείς μπορεί να υπολογίζει σε τι τιμή θα έβγαινε.
Αντιθέτως πριν από λίγα χρόνια η τιμή της ξενόγλωσσης «Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας» έκδοση του 1733 στο Αμστερνταμ, με 60 ολοσέλιδες χαλκογραφίες, που βγαίνει στη δημοπρασία με 600.000 - 800.000 δρχ. δεν θα ήταν μεγαλύτερη από 300.000 δρχ. Οπως και η ξενόγλωσση έκδοση «Αρχαία γλυπτά στο Βρεταννικό Μουσείο» του 1812 - 1845 με 325 ολοσέλιδα χαρακτικά, που η τιμή εκκίνησης σήμερα είναι 900.000 - 1.200.000 δρχ., πριν από πέντε - δέκα χρόνια δεν θα ήταν κόστιζε περισσότερο από 500.000 - 600.000 δρχ.
Η κυρία Τζία Νασιώτη υποστηρίζει ότι η σειρά του γνωστού παιδαγωγικού περιοδικού «Διάπλασις των Παίδων» σήμερα πωλείται προς 10.000 - 15.000 δρχ. ο τόμος, ενώ πριν από λίγα χρόνια η τιμή του δεν ήταν μεγαλύτερη από 3.000 δρχ. Η πρώτη έκδοση της εγκυκλοπαίδειας του Ελευθερουδάκη (1930) είχε 30.000 δρχ., ενώ σήμερα η τιμή της δεν είναι μικρότερη από 100.000 δρχ. Η σειρά του εξαιρετικού περιοδικού «Εποχές», που αποτελείται από 48 τεύχη, πωλείται σήμερα προς 3.000 δρχ. το τεύχος, από 300 δρχ. πριν από λίγα χρόνια, και δεμένη προς 250.000 δρχ.
Επίσης χαρακτηριστικές είναι ακόμη δύο περιπτώσεις. Πριν από λίγα χρόνια η τιμή των λαϊκών μυθιστορημάτων που εκδόθηκαν πριν από το 1930 και αναφέρονται σε ληστές (Νταβέλης κλπ.) δεν ήταν μεγαλύτερη από 700 δρχ., ενώ σήμερα το φθηνότερο κοστίζει 15.000 δρχ. Τέλος, το περιοδικό «Μπουκέτο» είναι από τα ιστορικότερα λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης (1924 - 1944) και πριν από λίγα χρόνια ήταν στα αζήτητα· σήμερα η τιμή του τεύχους κυμαίνεται από 2.000 ως και 4.000 δρχ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΡΟΝΤΑΚΗΣ
Εφημερίδα Το ΒΗΜΑ 01/03/1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου