Την εποχή που ο υπόλοιπος ελληνικός κόσμος υπέκυψε και υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς, η Επτάνησος είχε ίσως την τύχη να περάσει στην κυριαρχία των τότε μεγάλων δυνάμεων της δύσης. Είναι το χρονικό διάστημα όπου οι νέες αξίες και ιδέες έχουν αρχίσει να προβάλλονται και να κατοχυρώνονται ως αφετηρία της νέας εποχής που άλλαξε εκ θεμελίων την εξέλιξη του κόσμου.
Η στρατηγική σημασία των νησιών του ιονίου ήταν ο λόγος, για τον οποίο οι Ενετοί, οι Γάλλοι, οι Ρώσοι και οι Αγγλοι έδειξαν τόσο έντονο ενδιαφέρον για την περιοχή. Μέσα από την πολύχρονη και πολυεθνική αυτή κατοχή οι Επτανήσιοι μπόρεσαν να αφομοιώσουν γόνιμα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία τους ήταν απαραίτητα για την εξελικτική τους πορεία και που διαμόρφωσαν τελικά την ιδιαίτερη κουλτούρα τους και τον πολιτισμό τους.
Η στρατηγική σημασία των νησιών του ιονίου ήταν ο λόγος, για τον οποίο οι Ενετοί, οι Γάλλοι, οι Ρώσοι και οι Αγγλοι έδειξαν τόσο έντονο ενδιαφέρον για την περιοχή. Μέσα από την πολύχρονη και πολυεθνική αυτή κατοχή οι Επτανήσιοι μπόρεσαν να αφομοιώσουν γόνιμα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία τους ήταν απαραίτητα για την εξελικτική τους πορεία και που διαμόρφωσαν τελικά την ιδιαίτερη κουλτούρα τους και τον πολιτισμό τους.
Η βενετική κυριαρχία εγκαθιδρύθηκε στα Επτάνησα διαδοχικά από τα τέλη του 14ου ως τις αρχές του 16ου αιώνα άλλοτε με τη συγκατάνευση του πληθυσμού και άλλοτε με πόλεμο. Για πρώτη φορά στην ταραγμένη ιστορία τους τα νησιά του ιονίου απέκτησαν γεωγραφική και πολιτική οντότητα κάτω από τη σημαία του Αγίου Μάρκου. Η επτανησιακή κοινωνία, μέχρι τότε, παρουσίαζε την εικόνα μιας άστατης και αβέβαιης πραγματικότητας που τη συνέθεταν βυζαντινοί θεσμοί, τοπικά έθιμα και φεουδαρχικές συνήθειες. Η κωδικοποίηση των ανομοιογενών αυτών στοιχείων που διαμόρφωναν την κοινωνική ζωή των νησιών και η ενοποίηση τους σε οργανωμένα πλαίσια πραγματοποιήθηκε με την άφιξη των βενετών. Η Γαληνοτάτη χάραξε στα Επτάνησα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά πλαίσια ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες που βρήκε σε κάθε νησί. Αναγνώρισε παλαιότερα προνόμια, υιοθέτησε θεσμούς και επέτρεψε την τοπική αυτονομία και τη γένεση της τοπικής αριστοκρατίας.
Λίγα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453, πολλοί έλληνες επανδρώνουν τα βενετικά σκάφη. Αποκτώντας, όμως, εμπειρία, ήδη από το πρώτο μισό του 16ου αιώνα, συναντάμε έλληνες να ταξιδεύουν ως καπετάνιοι στις μεγάλες εμπορικές βενετσιάνικες φρεγάτες ή και αργότερα σε εμπορικά πλοία που ανήκαν σε έλληνες έμπορους, εγκατεστημένους στη Βενετία ή ακόμα και με δικά τους σκάφη. Στην πλειοψηφία τους ήταν επτανήσιοι και μάλιστα παρά το γεγονός ότι δεν προσδιορίζεται η καταγωγή τους από το επώνυμο υποθέτουμε ότι αρκετοί από αυτούς ήταν κεφαλλονίτες. Πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν και εδραιώθηκαν στην πρωτεύουσα της Γαληνοτάτης. Η στιγμή ήταν κατάλληλη καθώς η Γαληνοτάτη άρχισε να φθίνει στρατιωτικά, πνευματικά και εμπορικά. Οι Ελληνες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός και στις περισσότερες περιπτώσεις εκτόπισαν τους βενετούς εμπόρους και πλοιοκτήτες.
Ο 16ος αιώνας είναι η αυγή της επτανησιακής ναυτιλίας. Η εμπορική κίνηση των νησιών εκδηλώνεται κυρίως με την εξαγωγή της σταφίδας και των κρασιών. Μέσα σε εκατό χρόνια η Κεφαλονιά, η οποία ήταν η σπουδαιότερη σταφιδοπαραγωγική περιοχή και πρωτοστάτησε στην εξαγωγή της, σημείωσε μια τεράστια οικονομική άνοδο, η οποία συνεχίστηκε απρόσκοπτα ως τα μέσα του 18ου αιώνα οπότε για διάφορους λόγους αρχίζει η βαθμιαία κατάπτωση.
Παράλληλα, οι Επτανήσιοι έμποροι εκμεταλλεύτηκαν τις ανάγκες της Γαληνοτάτης για σιτάρι, το οποίο μετέφεραν στην Βενετία ιονικά σκάφη και κρητικά με βενετσιάνικη σημαία και έχοντας έλληνες καπετάνιους. Τα σκάφη, τα οποία χρησιμοποιούν την εποχή αυτή είναι οι εμπορικές φρεγάτες, οι μαρτσιλιάνες,
Τα βριγαντίνια, οι καραβέλες, τα σκιράτσα και αρκετά μικρότερου τύπου, όπως γρίποι, σανδάλια και άλλα που αναφέρονται απλά σαν «πλοία» ή ακόμα «ξύλα». Ο τύπος, όμως, που κυριαρχούσε στις θαλάσσιες μεταφορές αυτή την περίοδο ήταν η γαλέρα.Τα περισσότερα από αυτά μετά την παρακμή των ναυπηγείων στο Arsenale της Βενετίας, το 1550, κατασκευάζονται στα ιονικά και κρητικά ναυπηγεία.
Με το πέρασμα του χρόνου η παρουσία των ελλήνων στην Βενετία γίνεται όλο και πιο έντονη. Οι έλληνες ναυτικοί (πλοιοκτήτες ή πλοίαρχοι) και κυρίως οι επτανήσιοι, είναι πλέον μόνιμα εγκατεστημένοι στην πρωτεύουσα της Γαληνοτάτης, όπως φαίνεται από συγκεντρωτικούς πίνακες . Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν αξιόλογα μέλη της Ελληνικής Αδελφότητας και συνετέλεσαν στην ανάπτυξη της ελληνικής παροικίας της Βενετίας τον 16ο αιώνα.
Αυτοί οι επτανήσιοι συμμετείχαν σε συνεταιρισμούς, τις λεγόμενες «συντροφιές». Επρόκειτο, δηλαδή, για κεφαλαιούχους, που συνεισέφεραν ένα ποσοστό, το οποίο θα έπαιρνε ο καπετάνιος μαζί του για να εμπορευθεί. Το μερτικό της συμμετοχής του καθενός από την «συντροφιά», λεγόταν «βλησίδιο». Με το τέλος του ταξιδιού μοιράζονταν τα κέρδη, αφού πρώτα αφαιρούντο όλα τα έξοδα. Η συμμετοχή σ΄ αυτές τις συντροφιές ήταν κερδοφόρα και πολλοί από τους ναυτικούς που εμπλέκονταν σε τέτοιους είδους συναλλαγές έγιναν πλοιοκτήτες και από τα μέσα του αιώνα κινούνται στο χώρο της Μεσογείου. Πολλοί είναι οι επτανήσιοι που δραστηριοποιούνται στο ναυτιλιακό και εμπορικό πεδίο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οικογένεια Βεργωτή, κεφαλλονίτικης καταγωγής, η οποία ταξίδευε και εμπορευόταν στην Αδριατική με δικά της σκάφη ήδη από το 1583.
Η δράση, όμως, των ελλήνων δεν περιοριζόταν μόνο στη θάλασσα. Με την εγκατάστασή τους στην Βενετία και τη συστηματική ενασχόλησή τους με το εμπόριο και τη ναυτιλία ήταν φυσικό να καταπιαστούν και με επαγγέλματα, τα οποία σχετίζονταν με τις δραστηριότητές τους. Έτσι, αρκετοί ήταν αυτοί που ασχολήθηκαν με τις ασφάλειες ως ασφαλιστές. Οι ασφάλειες κάλυπταν τα συνηθισμένα ατυχήματα στην θάλασσα και τις λεηλασίες κουρσάρων ή πειρατών. Οι πειρατικές επιδρομές την εποχή αυτή ήταν συνηθισμένες και πολυάριθμές. Μάλιστα, οι Επτανήσιοι, από πολύ νωρίς ίδρυσαν ταμεία για την απελευθέρωση των σκλάβων, που υποδουλώνονταν από τους πειρατές. Τέτοιο ταμείο ιδρύθηκε το 1560 στην Ζάκυνθο και το 1661 στην Κέρκυρα ενώ στην Κεφαλονιά ιδρύθηκε κάπως καθυστερημένα.
Η ναυτική παράδοση στο Ιόνιο είχε αρχίσει να ωριμάζει. Το πόσο ικανοί ναυτικοί ήταν οι Επτανήσιοι, το απέδειξαν στη μάχη της Ναυπάκτου (07/10/1571), η οποία έγινε μεταξύ των Εχινάδων νήσων. Η ελληνική συμμετοχή, υπήρξε σημαντική. Ανάμεσα στις 53 γαλέρες που παρέταξε η Βενετία οι 14 ήταν ελληνικές, από τις οποίες οι 10 ήταν επτανησιακές. Παράλληλα, έδειξε και την επιθυμία των ιονίων και κρητικών να απελευθερώσουν τους υπόδουλους αδελφούς τους.
Η μεγάλη αυτή συμμετοχή αποδεικνύει, ότι η ναυτιλία της Επτανήσου στις τελευταίες δεκαετίες του 16ο αιώνα απαριθμούσε πολλά εμπορικά σκάφη- γαλέρες, τις οποίες μετέτρεψε σε πολεμικές. Τα Ιόνια νησιά προσέφεραν στο σύνολό τους 1:Βλασσόπουλος Ν.:Ιόνιοι έμποροι και καραβοκύρηδες στη Μεσόγειο (16ος-18ος αι.), Αθήνα 2001,σ.17,19,20,23-31
Πάνω από 2000 άνδρες, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν γύρισαν πότε στα νησιά τους. Η προσφορά, λοιπόν, της Επτανήσου στη ναυμαχία της Ναυπάκτου υπήρξε αξιόλογη και υπολογίσιμη. Η ικανότητα, η οποία επέδειξαν στον ανεφοδιασμό των πλοίων και η σφοδρότητα με την οποία πολέμησαν δίπλα στους έμπειρους ισπανούς, γενοβέζους, βενετούς εναντίον των τούρκων έκανε ολοφάνερη τη λαμπρή ανάπτυξη που είχε συντελεστεί στο τομέα της ναυτιλίας εκατό χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Ο 17ος αιώνας δεν έχει να αναδείξει τίποτα το ιδιαίτερο για τη ναυτιλία και το εμπόριο των Ιονίων νήσων. Την εποχή αυτή, όμως, ξεσπά ο βενετοτουρκικός πόλεμος για την κατάκτηση της Κρήτης. Τα Επτάνησα συμμετέχουν ενεργά στο αγώνα των κρητικών. Το 1668 κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Κάντιας, σώμα κεφαλλονιτών και ζακυνθινών καταφθάνει στο νησί για να ενισχύσει τους πολιορκημένους. Παράλληλα αναφέρονται πολλοί κεφαλλονίτες που με δικά τους χρήματα αρμάτωσαν γαλέρες και τάχθηκαν στο βενετικό ναυτικό για να υπερασπιστούν τη μεγαλόνησο.
Η πτώση της Κρήτης το 1669 απετέλεσε βαρύ πλήγμα για την Βενετία, είχε, όμως, σημαντικό αντίκτυπο για τα Επτάνησα καθώς κρητικοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν
κυρίως στη Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά και την Ιθάκη, δίνοντας μια σημαντική ώθηση στον πολιτισμό. Ως απόρροια της άλωσης της Κρήτης ήταν η κάθετη άνθιση της ναυτιλίας και του εμπορίου που σημειώθηκε στα Ιόνια νησιά προς το τέλος του αιώνα καθώς η βενετική πολιτική θα συγκεντρωθεί αποκλειστικά στα Επτάνησα.
Αντίθετα, ο 18ος αιώνας, είναι αιώνας σταθμός για την επτανησιακή ναυτιλία και κυρίως για την ζακυνθινή και την κεφαλλονίτικη. Προφανώς, ο προηγούμενος αιώνας θα ήταν ένα στάδιο προπαρασκευής για την κεφαλλονίτικη ναυτιλία, η οποία πραγματικά εκτινάχθηκε στην αυγή του νέου αιώνα. Είναι η εποχή, όπου η Αυστρία κηρύσσει στα λιμάνια του Φιούμε, Μπούκαρι και Τεργέστης την ελεύθερη ναυσιπλοΐα. Οι πρώτοι έλληνες που εγκαταστάθηκαν στην Τεργέστη ήταν επτανήσιοι. Πολλούς, επίσης, επτανήσιους συναντάμε στο Λιβόρνο, στη Μασσαλία και στο ’μστερνταμ, όπου ανέπτυξαν μεγάλη δραστηριότητα και δεν άργησαν να γίνουν πλοιοκτήτες με αυστριακή σημαία.
Παράλληλα, στη Μεσόγειο γίνεται έντονη η παρουσία γαλλικών, αγγλικών και ολλανδικών πλοίων και έχει γίνει κέντρο μεγάλης εμπορικής κίνησης. Ο αγγλογαλλικός ανταγωνισμός του 18ου αιώνα στάθηκε μια από τις κυριότερες αιτίες της δραστηριοποίησης του ελληνικού ναυτικού. Τα λιμάνια των νησιών του Ιονίου παρουσίαζαν αξιόλογη εμπορική κίνηση. Η Κεφαλονιά στα τέλη του 18ου αιώνα είχε έναν αξιόλογο εμπορικό στόλο που αριθμούσε πάνω από 200 πλοία και 5000 μικρές βάρκες.
Τα επτανησιακής πλοιοκτησίας σκάφη, που αριθμούνται περίπου στα 285, με βενετσιάνικη σημαία ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο και έφταναν ακόμα και μέχρι την Αγγλία, τη Β. θάλασσα και την Αγία Πετρούπολη. Προς το τέλος του αιώνα και κυρίως μετά την συνθήκη του Κιουτσούκ-Καιναρτζή, το 1774 οι έλληνες μπήκαν στη Μαύρη θάλασσα. Οι επτανήσιοι εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία και σήκωσαν ρωσική σημαία για να περνούν ελεύθερα από τα Στενά και να φορτώνουν τα ρωσικά σιτηρά ενώ συμπατριώτες τους έμποροι εγκαταστάθηκαν στην Οδησσό και στη Κριμαία, όπου πήραν ένα μεγάλο μέρος του εμπορίου στα χέρια τους. ΄Όλη η Η Μεσόγειος θάλασσα ήταν πλέον δική τους.
Η Βενετία, από την δική της πλευρά, προσπάθησε να παρεμποδίσει τη συμμετοχή των επτανησίων στο εξωτερικό εμπόριο. Οι Ιόνιοι για να αποφύγουν το παρεμβατικό βενετικό σύστημα συμμετείχαν στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού. Στα μέσα, ήδη του 18ου αιώνα οι κεφαλλονίτες, οι ζακυνθινοί και οι ιθακήσιοι έμποροι είχαν κάνει επενδύσεις στο 1/3 περίπου των πλοίων του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού. Η συνεργασία αυτή ήταν αρκετά περίπλοκη και δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσει κανείς τους επτανήσιους από τους μεσολογγίτες. Τα πλοία αυτά ταξίδευαν με τη βενετσιάνικη ή οθωμανική σημαία ανάλογα με το τι τους εξυπηρετούσε ως προς τους δασμούς που ίσχυαν στα διάφορα λιμάνια. Μάλιστα, αυτά τα συνεταιρικά σκάφη, προς το τέλος του αιώνα, συνήθιζαν να τα ονομάζουν greco-ottomana.
Στα 280 σκάφη, με τα οποία ταξίδευαν οι επτανήσιοι, διακρίνουμε 20 διαφορετικούς τύπους. Πρώτη έρχεται η Κεφαλονιά με 173 σκάφη ακολουθεί η Ζάκυνθος με 70 και έπεται η Κέρκυρα με 14. Από τα πρώτα σκάφη που χρησιμοποίησαν οι επτανήσιοι τον 18ο αιώνα είναι η Maraliana (εμπορική φρεγάτα), η joviana (πρόκειται για μεγάλα σκάφη με πλήρωμα έως δώδεκα άνδρες), η πολάκα, η Chechia, η Ταρτάνα, η Ταρτανέλλα και ο Pinco. Η νάβα, το τριίστιο αυτό σκάφος ήταν σε χρήση από τους επτανήσιους που είχαν στην κατοχή τους τον 18ο αιώνα, εικοσιοκτώ τέτοια σκάφη. Τα βριγαντίνια εμφανίζονται προς το τέλος του αιώνα και χρησιμοποιούνται από τους έλληνες μέχρι και τον 20ο αιώνα.
Στο μεταξύ η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου είχε παρακμάσει. Τα Επτάνησα στις παραμονές της πτώσης της Βενετίας παρουσίαζαν 1 εκατομμύριο λίρες το χρόνο έλλειμμα, το οποίο η μητρόπολη αδυνατούσε να καλύψει. Περιορισμένη πλέον στα Επτάνησα δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τον ξένο εμπορικό ανταγωνισμό. Παράλληλα, οι νέες φιλελεύθερες ιδέες για αυτοδιάθεση και χειραφέτηση των λαών, που είχαν διαδοθεί στην Ευρώπη και είχαν βρει πρόσφορο έδαφος στα πνεύματα των επτανησίων σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στη διεθνή πολιτική σκηνή, οι οποίες είναι ραγδαίες, θα αποτελέσουν τον επίλογο της βενετικής κυριαρχίας στα Επτάνησα. Ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών δυνάμεων είναι αυτός που θα επηρεάσει και την τύχη των Ιονίων νήσων.
Η κατάλυση της Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου από το Ναπολέοντα σήμανε την έναρξη μιας νέας εποχής για τα Επτάνησα. Με την συνθήκη του Campoformio στις 17/10/1797 τα Επτάνησα μεταβάλλονται σε γαλλική αποικία. Η προσάρτηση στη γαλλική Δημοκρατία ικανοποίησε τους δημοκρατικούς κατοίκους της Επτανήσου. Το μεγαλύτερο ενθουσιασμό για τις δημοκρατικές ιδέες και για την πολιτική μεταβολή έδειξαν οι καλλιεργημένοι αστοί και το λαϊκότερο στοιχείο των πόλεων.
Η Γαλλία, όμως, δεν μπόρεσε να εδραιώσει την κυριαρχία της καθώς δυο χρόνια αργότερα, το 1799, οι ρώσοι καταλαμβάνουν τα νησιά και ανασυστήνουν το παλαιό αριστοκρατικό καθεστώς, το οποίο είχε καταργηθεί από τους γάλλους. Η ρωσική κατοχή δίνει νέα ώθηση στη ναυτιλία της Επτανήσου. Τα ιονικά καράβια σηκώνουν τη ρωσική σημαία και πλέουν ελεύθερα στα λιμάνια της Μεσογείου. Ένα χρόνο αργότερα στις 15/03/1800, υπογράφεται η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, η οποία ανακηρύσσει τα Επτάνησα ανεξάρτητο κράτος. Η συνθήκη όριζε και τη σημαία του νέου κράτους, όπου ο χρυσός λέοντας της Βενετίας, που έδειχνε τις αναμνήσεις του παρελθόντος, κρατούσε το ευαγγέλιο, από το οποίο περνούσαν επτά βέλη ( ένα για το κάθε νησί), σε σκούρο γαλάζιο φόντο. Το πόσο σημαντικό ρόλο έπαιζε η ναυτιλία στην οικονομία του κράτους φαίνεται από το άρθρο Ζ΄ της συνθήκης όπου έκανε λόγο για την ελευθερία του εμπορίου και της ναυτιλίας των νησιών.
Το νέο κράτος έσπευσε να ορίσει προξένους σε εμπορικά λιμάνια, όπως η Οδησσός, η Χερσώνα, η Γένοβα και το Λιβόρνο. Στο μεταξύ, είχε ήδη αρχίσει η μεγάλη έξοδος των κεφαλλήνων και ιθακησίων εμπόρων προς τη Δύση αλλά ιδιαίτερα προς τη Μαύρη θάλασσα, το Δούναβη και την Αζοφική.
Τα διεθνή γεγονότα, όμως, θα συμπαρασύρουν για άλλη μια φορά τις κατοχικές αλλαγές στα νησιά. Το 1807 οι γάλλοι θα κατακτήσουν και πάλι τα νησιά καταλύοντας την Επτάνησο πολιτεία. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1814, οι βρετανοί καταλαμβάνουν τα νησιά και με την συνθήκη που υπογράφεται στο Παρίσι το 1815 η Επτάνησος θα μετατραπεί σε αγγλικό προτεκτοράτο ως το 1864 όπου η Επτάνησος θα ενωθεί με την υπόλοιπη Έλλαδα.
Για τα πρώτα είκοσι χρόνια του 19ου αιώνα οι πληροφορίες για την ανάπτυξη της ναυτιλίας των νησιών και τον αριθμό των σκαφών είναι αποσπασματικές και αμφιλεγόμενες. Μέχρι το 1807 δόθηκαν από το κράτος πάνω από τετρακόσιες άδειες ναυσιπλοίας σε σκάφη που κατασκευάστηκαν στα νησιά κυρίως στην Κεφαλονιά και στην Ιθάκη. Στα 1816 οι Ιόνιοι και κυρίως οι κεφαλλονίτες εμπορεύονταν σιτηρά, χαβιάρι από την Ρωσία, κρασί, λάδι ελιάς, ξηρούς καρπούς από τα Επτάνησα. Η Οδησσός, το Ταιγάνι και ο Δούναβης ήταν τα κύρια λιμάνια φόρτωσης. Εκεί ένας μεγάλος αριθμός θιακοκεφαλονιτών εμπόρων ήταν μόνιμα εγκατεστημένος. Φαίνεται, ότι μέχρι αυτή την περίοδο δεν είχαν ακόμη αποκτήσει εμπιστοσύνη στην ιονική σημαία και γι αυτό χρησιμοποιούσαν τη ρωσική- αυτό βέβαια είχε και εμπορική εξήγηση γιατί έτσι διευκολύνονταν οι συναλλαγές με την Ρωσία.
Αναφέρθηκε πιο πάνω ότι πολλοί επτανήσιοι είχαν εγκατασταθεί στο Δούναβη και στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι, μπόρεσαν να συνδεθούν γρήγορα με τη φιλική εταιρεία. Γνωρίζουμε, ότι λίγο πριν ξεσπάσει η επανάσταση, ο Α. Υψηλάντης αλληλογραφούσε με επτανήσιους. Με το που ξέσπασε η επανάσταση οι επτανήσιοι έτρεξαν αμέσως να βοηθήσουν τους υπόδουλους αδελφούς τους συνεισφέροντας στον αγώνα χρήματα αλλά και έμψυχο υλικό. Είναι, επίσης, γνωστή η συμβολή των επτανησίων προς το πολιορκημένο Μεσολόγγι. Πολλοί ήταν οι επτανήσιοι καραβοκύρηδες που από φιλανθρωπικά αισθήματα βοηθούσαν χιλιάδες πρόσφυγες, καταδιωκόμενους από τους τούρκους και τους μετέφεραν στην Επτάνησο με τα σκάφη τους. Η ιονική ναυτιλία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη μακροχρόνια άμυνα του Μεσολογγίου που κάποτε πρέπει να της αναγνωριστεί. Η επανάσταση του 1821 γέμισε ελπίδες και τις δικές τους καρδίες όπου φούντωνε ο ενθουσιασμός για τον ξεσηκωμό του γένους και η προσδοκία για εθνική αναγέννηση.
Από διάφορες στατιστικές παρατηρούμε ότι αμέσως μετά την επανάσταση σημειώνεται πτώση στη κίνηση των νησιών ως και το 1831. Αμέσως μετά αρχίζει μια ανοδική πορεία με φυσιολογικές αυξομειώσεις. Στα μέσα του 19ου αιώνα η επικοινωνία με την Αδριατική έχει μειωθεί και έχει αυξηθεί η κίνηση με την Κωνσταντινούπολη. Το 1853 ξεσπά ο Κριμαϊκός πόλεμος που αναστάτωσε τις επτανησιακές μεταφορές αφού τα περισσότερα σκάφη διακινούσαν τα σιτηρά της Μαύρης θάλασσας και ιδιαίτερα της Ρωσίας. Όμως, από το 1856 και μετά παρατηρείται μια κατακόρυφη αύξηση. Η Κεφαλονιά προηγείται σε αριθμό σκαφών και έπεται η Ιθάκη. Υπολογίζεται ότι γύρω στα 1859 η Κεφαλονιά είχε 146 σκάφη άνω των 26 τόνων και τα υπόλοιπα νησιά 103 σκάφη. Ο μεγαλύτερος εφοπλιστής την εποχή αυτή είναι ο Κεφαλλονίτης Ανδρέας Αθ. Βαλλιάνος και ακολουθούν αρκετοί μεγάλοι πλοιοκτήτες, όλοι κεφαλλονίτες και Θιακοί. Από το τελευταίο τέταρτο του αιώνα η ναυτιλία των νησιών άρχισε να μειώνεται σταθερά και προς τα τέλη του είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Η επτανησιακή ναυτιλία που έκανε τα πρώτα νηπιακά της βήματά στα τέλη του 15ου αιώνα εκτοξεύτηκε κατά το 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα. Το ελεύθερο πνεύμα και η ιδιοσυγκρασία των επτανησίων είναι τα χαρακτηριστικά που τους ώθησαν να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εκείνες που τους οδήγησαν σε μια αξιόλογη οικονομική και πολιτισμική άνθιση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βακαλόπουλος Απ.Ε. : Ιστορία του νέου ελληνισμού, Θεσσαλονίκη 1988 τομ.β΄&δ΄
Βλασσόπουλος Νικ. Στ.: Η ναυτιλία των Ιονίων Νήσων, 1700-1864,τόμ.Α΄Αθήνα 1995
Βλασσόπουλος Νικ.Στ.: Ιόνιοι έμποροι και καραβοκύρηδες στη μεσόγειο, 16ος-18ος αιώνας, Αθήνα 2001
Πλουμίδης Γ.Σ: Οι βενετοκρατούμενες Ελληνικές χώρες μεταξύ του δεύτερου και του τρίτου Τουρκοβενετικού πολέμου (1503-1537), Ιωάννινα 1974 ΙΕΕ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε, Τομ. Ι΄& ΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου