Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΘΑΚΗΣΙΟΣ, Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ

Γεννήθηκε στο χωριό Ακρωτήρι της Μυτιλήνης στις 11 Μαρτίου του 1879. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Γεωργανάς. Ήταν το έκτο παιδί της οικογένειας, αργότερα απέκτησε και μια μικρότερη αδερφή, ο πατέρας του κατάγονταν από την Ιθάκη και είχε πάει στη Μυτιλήνη για δουλειές, δούλευε στα ναυπηγεία και έφτιαχνε καράβια. Αποφάσισαν να του δώσουν το όνομα του παππού του, του Βασίλειου Γεωργανά που ζούσε στην Ιθάκη. Ο πατέρας του τον προόριζε για τεχνίτη στα καράβια. Πήγε σε σχολείο της Μυτιλήνης όπου είχε καλή επίδοση σε όλα του τα μαθήματα. Είχε ιδιαίτερη προτίμηση στην φύση και στην Μυθολογία.
Τον ελεύθερο χρόνο του τον αφιέρωνε κοντά στον ζωγράφο Λουκά Γεραλή που ασχολούνταν ταυτόχρονα και με τη φωτογραφία. Κοντά του έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας και άρχισε να μαθαίνει τον χειρισμό και τα μυστικά της και αργότερα αγόρασε μια δική του φωτογραφική μηχανή. Από τότε η  φωτογραφική μηχανή τον συνόδευε σε κάθε επαγγελματική του δραστηριότητα. Πήγε για κάποιο διάστημα στα εφηβικά του χρόνια, στη Σμύρνη, στον περίφημο για την εποχή του ζωγράφο Παναγιώτη Πολυχρόνη και εκεί ολοκλήρωσε το ταλέντο του στο σχέδιο και στη ζωγραφική.

Μετά αποφάσισε να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη ζωγραφική και πήγε στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου. Παρακολουθεί μαθήματα από τους διάσημους δασκάλους Νικηφόρο Λύτρα και Γεωργίου Ροϊλού και ταυτόχρονα άρχισε να δημιουργεί τον πρώτο κύκλο γνωριμιών του ανάμεσα σε πνευματικούς ανθρώπους και καλλιτέχνες της Αθήνας.

Ο Πρόξενος της Ελλάδος στην Σμύρνη, που αργότερα πήρε μετάθεση για την Αμβέρσα του Βελγίου, είχε μαζί του σαν παιδαγωγό την αδελφή του Βασίλη, Πελαγία η οποία τον παρακάλεσε να δώσει μια ευκαιρία στον αδελφό της. Ο Πρόξενος τον προσκάλεσε στην Αμβέρσα και ο Βασίλης Ιθακήσιος δεν έχασε την ευκαιρία. Εκεί παρακολούθησε την σύγχρονη καλλιτεχνική κίνηση και την εξέλιξη της Φλαμανδικής ζωγραφικής από την έμπνευση και τη θεματογραφία μέχρι τα πρακτικά μέσα της εκδηλώσεώς της. Μετά γύρισε και πάλι στην Μυτιλήνη.

Εκεί δεν έμεινε πολύ καιρό γιατί στο νησί δεν υπήρχε εργασία για ζωγράφο και μάλιστα για το ταλέντο του Βασίλη, τότε ο κόσμος δεν ενδιαφερόταν για την Τέχνη. Είχε εκθέσει μερικά έργα του σε ένα εμπορικό κατάστημα, όμως οι φιλότεχνοι αγοραστές δεν υπήρχαν. Έφυγε και ξαναπήγε στη Σμύρνη όπου έζησε 22 χρόνια συνολικά.

Εκεί ασχολήθηκε με όλα τα είδη της ζωγραφικής τέχνης: Προσωπογραφία, τοπιογραφία, θαλασσογραφία, τις ηθογραφικές σκηνές, το γυμνό, τη νεκρή φύση, το γραμμικό σχέδιο, ελεύθερα θέματα και λυρικές απεικονίσεις. Έκανε περισσότερες από 12 εκθέσεις στην Ευρωπαϊκή οδό του Φραγκομαχαλά, που όλες γνώρισαν τεράστια επιτυχία. Οι πρώτοι πίνακές του αγοράζονταν σε μικρές τιμές, καθώς περνούσε ο καιρός όμως και ο ζωγράφος γίνονταν γνωστός, οι πίνακες του γίνονταν ανάρπαστοι σε πολύ καλές τιμές. Υπήρξαν πολλά αφιερώματα στο περιοδικό «Κόσμος» της Σμύρνης σχετικά με τον ζωγράφο και τους πίνακές του. Λέγεται ότι στη Σμύρνη πουλήθηκαν περισσότεροι από 3.000 πίνακές του.

Πολλοί επώνυμοι ζητούσαν να τους φιλοτεχνήσει το πορτραίτο τους, ανάμεσά τους, ο αγρίως σφαγιασθείς από τον Τουρκικό όχλο, Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος Καλαφάτης. Ο Ιθακήσιος σε ένα τεράστιο πίνακα είχε φιλοτεχνήσει τη μορφή του Μητροπολίτη Χρυσόστομου. Επίσης είχε φιλοτεχνήσει τις προσωπογραφίες του γιατρού Πελοπίδα Αναστασιάδη, της Μάρως Βανέλη και του φωτογράφου Νίκου Αθανασιάδη. Είχε δύο ιδιαίτερες προτιμήσεις στην τοπογραφία, την θάλασσα και το βουνό. Πολλές φορές ταξίδευε στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και επέστρεφε με αριστουργηματικούς πίνακες, η τύχη των οποίων αγνοούνται μετά την Μικρασιατική καταστροφή. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του καλλιτεχνικού περιοδικού ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ της Αθήνας του 1911: «Στη Σμύρνη, όπου διαμένει ο ζωγράφος κ. Ιθακήσιος, οργάνωσε στο εργαστήριό του έκθεση των έργων του που ανέρχονται σε 25. Από τις τοπικές εφημερίδες τα έργα του κρίνονται ότι περιέχουν λεπτό και ευγενές αίσθημα και συγχρόνως αλήθεια.
Από τα εκτεθέντα έργα του επαινούνται τα: «Γραία καθαρίζουσα χόρτα»,
«Μια σπουδή παιδιού» (Το καλύτερο), «Μια άποψη του «Γκιόζ Τεπέ» και το «Ακρογιάλι» της γενέτειράς του, Μυτιλήνης. Ο κ. Ιθακήσιος ασχολείται ιδιαίτερα με την τοπιογραφία»
καταλήγει η ανταπόκριση.
Κατά καιρούς πήγαινε στην Μυτιλήνη, τριγύριζε στα παλιά γνώριμα στέκια και ζωγράφιζε, φιλοτέχνησε και πολλά πορτραίτα γνωστών του.

ΤΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ
Με περισσή φροντίδα άρχισε να κάνει το πορτραίτο της μητέρας του, της Μαριγώς της Καραντώναινας, όπως ήταν το πατρικό της όνομα, το οποίο δεν αποχωρίστηκε ποτέ του. Έβαλε όλη την τέχνη του να αποδώσει όλα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της μητέρας του. Η μητέρα του “ποζάριζε” υπομονετικά για τέσσερις μήνες, μιας και ο Ιθακήσιος εργάστηκε από φυσικού και όχι από φωτογραφία. Το 1972 ο Ιθακήσιος δήλωσε στον δημοσιογράφο Βασίλη Καβαθά ότι: «Το πορτραίτο της μητέρας μου είναι ένα έργο τέχνης, δουλειά που μένει. Αυτό το έργο μου δεν το αποχωρίστηκα ποτέ. Όχι μόνο γιατί απεικονίζει τη μητέρα μου, αλλά γιατί με εκπροσωπεί σαν δουλειά. Έπειτα είναι ένα από τα πιο παλιά μου έργα που γλύτωσαν από τη μανία των Γερμανών κατακτητών». Το έργο αυτό τελείωσε το 1920, το μετέφερε ο ίδιος ο ζωγράφος στην Αθήνα μετά την καταστροφή της Σμύρνης και το είχε πάντοτε μαζί του. Η ανιψιά του έχει πει, όταν κάποτε θέλησε να το αγοράσει κάποιος πρωθυπουργός, συνάντησε την πεισματική άρνηση του Ιθακήσιου να το αποχωριστεί. Η μάνα του τον είχε κάνει από καλά υλικά, όπως ο ίδιος συνήθιζε να λέει, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της εκατόχρονης ζωής του. Ξεπλήρωσε αυτό το χρέος κάνοντας ο ίδιος το πορτραίτο της, καύχημα της δουλειάς του.

Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΘΑΚΗΣΙΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΑΣ
Το 1922 μετά την καταστροφή της Σμύρνης, στην προκυμαία ανάμεσα στους άλλους πρόσφυγες που περίμεναν να φύγουν για την Ελλάδα, περίμενε και ο 42χρονος ζωγράφος Ιθακήσιος. Στο χέρι του κρατούσε ένα πίνακα ζωγραφισμένο ενώ δίπλα του στεκόταν μια γριά γυναίκα που κρατούσε ένα ξύλινο βαλιτσάκι και σε ένα σακί μπροστά τους υπήρχαν διάφοροι πίνακες. Ο πίνακας που κρατάει ο Βασίλης Ιθακήσιος είναι το πορτραίτο της μητέρας του και η γριά υπηρέτρια του μέσα στο βαλιτσάκι έχει όλη την περιουσία του πλούσιου τότε ζωγράφου, σε χρυσές λίρες. Ο Ιθακήσιος της λέει “δεν θα επιμείνεις να κρατήσεις τις λίρες στην περίπτωση που τις ζητήσουν οι Τούρκοι, προσπαθούμε μόνο να φύγουμε ζωντανοί και να σώσουμε όσους πίνακες μπορούμε”. Στον έλεγχο που έγινε από την Τουρκική φρουρά, ανακαλύφθηκαν τα χρυσά νομίσματα που μετέφερε η γριούλα και όταν την απείλησαν πως θα της κόψουν το χέρι αν δεν τα παραδώσει, τα έδωσε με κλάματα στους Τούρκους και περιορίστηκε να σώσει τους λιγοστούς πίνακες. Πριν ανέβουν στο καράβι, οι Τούρκοι ρώτησαν για τον πίνακα που κρατούσε ο Ιθακήσιος
- «ποια είναι αυτή που παριστάνει;»
- «Η μάνα μου» απάντησε ο ζωγράφος και τους άφησαν να περάσουν.

Στο καράβι που τον μετέφερε στην Ελλάδα σκεφτόταν τα 22 χρόνια που έζησε στη Σμύρνη την Ελληνική. Δεν μπορούσε να την βλέπει πια Τουρκάλα έλεγε αργότερα σε όλες τις συνεντεύξεις του και η Σμύρνη έφευγε και χανόταν για πάντα. Μέχρι τότε είχε χάσει τη μάνα του και τις αδελφές του που πέθαναν όλες χωρίς να αφήσουν απογόνους, άλλες πάνω στη γέννα και μια από αυτές, η Πελαγία, σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα. Στα ερείπια της Σμύρνης που καιγόταν, άφηνε έναν μεγάλο έργο που έφτανε στον αριθμό των 3.000 πινάκων περίπου και έφευγε από τη Σμύρνη που τόσο αγάπησε με ελάχιστους πίνακες.

Μανταρίνια (λάδι σε μουσαμά 41χ61 εκ.)
Στην Αθήνα όπου πρωτοεγκαταστάθηκε, πρόσφυγας πλέον, ο Βασίλης Ιθακήσιος, βρήκε παλιούς του φίλους από τα σπουδαστικά του χρόνια που συμμετείχαν στον πνευματικό και καλλιτεχνικό χώρο της Αθήνας του 1922. Πολλοί από τους φίλους του ήταν φυσιολάτρες και είχαν ιδρύσει τον οδοιπορικό σύνδεσμο. Μεταξύ αυτών ο Κ. Καλοδούκας, Χρήστος Καλαντίδης, Στέλιος Χιλιαδάκης, Ιωάννης Σαρρής, Τηλέμαχος Απόστολόπουλος κ.α. Μετά από ορισμένους περιπάτους σε διάφορα βουνά της Ελλάδος, αποφάσισε να αρχίσει να τα ζωγραφίζει. Από τότε άρχισε να σκέφτεται να ζήσει σε κάποιο βουνό και να απομακρυνθεί από την πόλη.

Κορφές του Ολύμπου (λάδι σε καμβά 60χ80 εκ.)
Ήθελε να ζήσει κοντά στη φύση, να τη χαρεί, να τη ζωγραφίσει και να την παρουσιάσει σε εκθέσεις του. Να τη δει πολύς κόσμος και να την αγαπήσει και να παρακινηθεί να βγει στο ύπαιθρο, να ανέβει στο βουνό, όπως έκαναν μέχρι τότε μόνο μικρές ομάδες και ακολούθησαν αργότερα οι μεγαλύτερες που τις αποτελούσαν εκείνοι που είχαν γίνει στο μεταξύ μέλη στον «Οδοιπορικό’, στην «Υπαίθριο Ζωή», στον «Πάνα, στον “Ορειβατικό” και σε άλλα εκδρομικά και φυσιολατρικά σωματεία που ιδρύθηκαν εκείνη την εποχή.

Ένας άλλος λόγος που τον οδήγησε στην απόφαση του να ανεβεί στο βουνό, πηγάζει από τις καλές γνώσεις της φυσικής επιστήμης που κατείχε ο Ιθακήσιος. Πρόκειται για το «Ηλιακό Κλίμα», όπως είναι γνωστό έτσι ονομάζεται η αναλογία και το ποσό των διάφορων ακτίνων, που παρουσιάζονται σε έναν τόπο, μετά την απορρόφηση μιας ποσότητος από την ατμόσφαιρα. Το «Ηλιακό Κλίμα» μεταβάλλεται φυσικά, ανάλογα με το υψόμετρο και την καθαρότητα της ατμόσφαιρας, με σοβαρές επιπτώσεις στην αίσθηση των ορατών χρωματικών ακτινοβολιών. Η μεταβολή αυτή πάνω στα ψηλά βουνά είναι ιδιαίτερα αισθητή στο εξασκημένο μάτι ενός ζωγράφου, που αποζητά νέες αποχρώσεις στα έργα του.

ΣΤΟΝ ΑΙΝΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΑΣ
Ο Βασίλης Ιθακήσιος πήγε στον Αίνο της Κεφαλλήνιας και έμεινε ζωγραφίζοντας αδιάκοπα για δύο χρόνια , από το 1923 ως το 1925, χωρίς να παραλείψει να επισκεφθεί αρκετές φορές την Ιθάκη. Πολλές μέρες του χρόνου συνήθιζε να μένει σε μια σπηλιά στον Αίνο, στον βράχο του Τηλέγραφου, πάνω από το κτήμα των Πινιατόρων, μια οικογένεια με την οποία είχε φιλικούς δεσμούς και τον είχαν φιλοξενήσει πάρα πολλές φορές.

Κόλπος Αργοστολίου (λάδι σε χαρτόνι 24χ34 εκ.)

Μονή Ατρου

Χωριό Περατάτα
Ψάρεμα στον Πλατύ Γιαλό
Έκανε δύο εκθέσεις στην πλατεία του νησιού στο Αργοστόλι, στην αίθουσα του Δημαρχείου. Στο διάστημα αυτό, απόχτησε και κύκλο φίλων και θερμών θιασωτών της τέχνης του, διακεκριμένους Κεφαλλήνες, όπως ήταν Κ. Κοσμετάτος και ο Σ. Κατσίγερας που χαρακτηριζόταν από τον τύπο της εποχής σαν επιφανής Κεφαλλήν, απόγονος αγωνιστών και μεγαλοεπιχειρηματίας. Οι πίνακές του που αγοράστηκαν τότε, σήμερα βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές γνωστών οικογενειών Κεφαλλονιτών και χάρη στον κ. Γιάννη Κρούσο, εντοπίσθηκαν οι εξής: «Τοπίο στη Λάση», «Το ποδάρι του τούρκου», «ο Αίνος από το Αργοστόλι», «Οι Βαρδιάνοι», «Ηλιοβασίλεμα», «Σταφύλια», «Ψάρια», «Σκηνή στον Ελιό», «Θημωνιά στην Κρανιά», «Φανάρι» κ.ά.


Ο Βασίλης Ιθακήσιος το 1972 στο Γηροκομείο Αθηνών ενώ δίνει συνέντευξη στον Τηλέμαχο Καραβία για την εφημερίδα ΙΘΑΚΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου