Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

«ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 1700-1821»



Ναυτιλία των Ελλήνων 1700-1821, Ο αιώνας της ακμής πριν την Επανάσταση, Επιμέλεια Τζελίνα Χαρλαύτη - Κατερίνα Παπακωνσταντίνου, Εκδόσεις Κέδρος - Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Ένας από τους πιο διαδεδομένους μύθους της ελληνικής Ιστορίας είναι αυτός που αναφέρεται στη έμφυτη ναυτοσύνη της ελληνικής φυλής, από την Αρχαιότητα έως τις ημέρες μας. Με αφετηρία το γνωστό επιγραμματικό σχόλιο του Θουκυδίδη «μέγα το της θαλάσσης κράτος» και τη ναυμαχία της Σαλαμίνας που καθόρισε την εξέλιξη των Περσικών Πολέμων, και φθάνοντας μέχρι τους θαλασσομάχους της Ελληνικής Επανάστασης, των Βαλκανικών Πολέμων και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (για να μην αναφερθούμε και σε πιο σύγχρονα ναυτιλιακά επιτεύγματα, όπως την επικράτηση του Αριστοτέλη Ωνάση και του Σταύρου Νιάρχου στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές), θωρείται δεδομένο ότι οι Έλληνες είναι «προορισμένοι» να μεγαλουργούν όταν καταπιάνονται με τα έργα της θάλασσας!
 Στην πραγματικότητα, κάθε άλλο παρά δεδομένο μπορεί να θεωρείται κάτι τέτοιο, όπως αποδεικνύει περίτρανα η περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας. Το βρετανικό ναυτικό, που αποτελούσε επί αιώνες τον βασικό πυλώνα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, σήμερα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο!
Κάτι αντίστοιχο έχει συμβεί και σε μεγάλες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Η επικράτηση της Βενετίας, της Γένοβας και άλλων ναυτικών δυνάμεων στις ελληνικές θάλασσες (και ευρύτερα στη Μεσόγειο) κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα και μέχρι περίπου τον 18ο αιώνα περιόρισε τη συμμετοχή των Ελλήνων στο θαλάσσιο εμπόριο σε τοπικό επίπεδο. Η ελληνική «επάνοδος» στο διεθνές θαλάσσιο εμπόριο πραγματοποιήθηκε στη διάρκεια του 18ου αιώνα και ευνοήθηκε από παράγοντες όπως ο σχετικός περιορισμός της πειρατείας και η παρακμή παραδοσιακών ναυτικών δυνάμεων, όπως η Βενετία και η Μάλτα.

Τις συνθήκες της ανάκαμψης της ελληνικής ναυτιλίας αυτή την περίοδο και μέχρι τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης εξετάζουν 13 Έλληνες και ξένοι ερευνητές στις 21 μελέτες που συναπαρτίζουν την ύλη του σημαντικού έργου που παρουσιάζουμε εδώ. Πρόκειται για μια συλλογική εργασία που συντονίστηκε από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, υπό την επίβλεψη της καθηγητριών Τζελίνας Χαρλαύτη και Κατερίνας Παπακωνσταντίνου (συνεπιμελητριών του τόμου). Στην σχετική έρευνα είχαν συμμετοχή και μεταπτυχιακοί φοιτητές, ενώ οι πτυχές της εκπονήθηκαν στα αρχεία πολλών πόλεων της Ελλάδας και του εξωτερικού. Στα επιτεύγματα της όλης προσπάθειας συγκαταλέγεται, πέρα από το ογκώδες συλλογικό βιβλίο που έχουμε στα χέρια μας, και μια ψηφιακή βάση δεδομένων, με την ονομασία «Αμφιτρίτη», στην οποία καταχωρήθηκαν 15.000 σχετικά έγγραφα.

Από τα κείμενα των συγγραφέων προκύπτουν ορισμένα ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Κατ’ αρχήν, η ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας δεν στηρίχθηκε μόνο στα πλοία της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών (των πιο γνωστών «θαλασσότοπων» αυτής της περιόδου), αλλά και στις προσπάθειες μιας πολύ μεγαλύτερης ομάδας πόλεων και νησιών (περίπου 40), όχι μόνο του Αιγαίου αλλά και του Ιονίου. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι στις αρχές της Επανάστασης, ο στόλος των τριών νησιών δεν αποτελούσε παρά μόνο το ένα τέταρτο της τότε ελληνόκτητης ναυτιλίας. Παράλληλα, οι οικογένειες που ασχολούνταν με τη ναυτιλία αυτή την περίοδο υπολογίζονται σε περίπου 1.800, αλλά ο συνολικός αριθμός των ατόμων που βιοπορίζονταν από τη ναυτιλία ήταν περίπου δεκαπλάσιος. Τέλος, η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), στην οποία αποδίδεται η ραγδαία ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας στα τέλη του 18ου αιώνα, δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία για τους Έλληνες ναυτιλλόμενους, αφού και αργότερα ο προοδευτικός σουλτάνος Σελήμ Γ’ (1789-1807) ευνόησε την ανάπτυξη της υπό οθωμανικό έλεγχο ναυτιλίας.

Καταληκτικά, το βιβλίο μας υπενθυμίζει ότι, όπως πολλοί άλλοι λαοί, έτσι και οι Έλληνες δεν ασχολήθηκαν με το θαλάσσιο εμπόριο και τις μεταφορές παρά μόνο όταν οι συνθήκες τους ευνόησαν, ή όταν δεν είχαν καλύτερες επιλογές βιοπορισμού. Ας μη λησμονούμε ότι ανθρώπινο είδος είναι προσαρμοσμένο να ζει στην ξηρά, και η ενασχόλησή του με τα έργα της θάλασσας, όσο ελκυστική και αν παρουσιάζεται, αποτελεί πάντα την τελευταία επιλογή για τον βιοπορισμό του.

ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΟΥΔΗΣ,
Διδάκτωρ Ιστορίας πανεπιστημίου Λονδίνου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου